Friday, April 26, 2024
spot_img
HomeΘέατροΕίδα τη «Σαϊγκόν» σε σκηνοθεσία Caroline Guiela Nguyen

Είδα τη «Σαϊγκόν» σε σκηνοθεσία Caroline Guiela Nguyen

Μια παράσταση πολιτικού θεάτρου μέσα σε περιτύλιγμα ρεαλιστικού δράματος καταφέρνοντας ως αποτέλεσμα να συγκινήσει, αλλά και να προβληματίσει τον θεατή της.

Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών 2019 η γαλλο-βιετναμέζικης καταγωγής σκηνοθέτις Caroline Guiela Nguyen παρουσίασε την παράσταση με τίτλο «Σαϊγκόν» φωτίζοντας ιστορικά, αλλά κυρίως ανθρώπινα την αγάπη, τον πόνο, την απελπισία και την ορφάνια που κρύβονται πίσω από τις ιστορίες όσων ξεριζώθηκαν από το Βιεντάμ, όπως επίσης και όσων έμειναν πίσω.

Η παράσταση κατάφερε εξ αρχής να κερδίσει την προσοχή του θεατή. Το σκηνικό (Alice Duchange) αιχμαλωτίζει αυτομάτως τη ματιά. Αναπαριστά ένα βιετναμέζικο εστιατόριο που καταλαμβάνει σε μήκος ολόκληρη την Αίθουσα Δ στην Πειραιώς 260. Είναι προσεγμένο απόλυτα στην κάθε του λεπτομέρεια και μοιάζει με μια αληθινή «φέτα ζωής», όμοια με αυτήν που προσπαθούσαν να αναπαραστήσουν οι υπέρμαχοι του θεατρικού ρεαλισμού στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Μολονότι πρόκειται για μια παράσταση με ρεαλιστική όψι, ωστόσο πατάει γερά στο πολιτικό θέατρο, αφού σε καμία περίπτωση η συγκίνηση δεν είναι αυτή που μονοπωλεί το ενδιαφέρον. Σε αυτό σημαντικό ρόλο έπαιξε τόσο η αφήγηση της πρωταγωνίστριας, η οποία ακούγεται σε voice over, όσο και τα χρονικά πισωγυρίσματα στα οποία βασίστηκε η δραματουργία (Jérémie Scheidler). Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η κινηματογραφική οπτική της Caroline Guiela Nguyen, η οποία ενσωμάτωσε τα flash-back και τα voice-over μέσα στο τόσο ρεαλιστικό σκηνικό της.

Η ιστορία εξελίσσεται σε δύο κομβικές, για το Βιετνάμ, ιστορικές στιγμές: στο 1956, οπότε έφυγαν οι Γάλλοι από το Βιετνάμ και στο 1996, οπότε η κυβέρνηση Κλίντον επέτρεψε στους εξόριστους Βιετναμέζους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Παρακολουθούμε λοιπόν μια ομάδα ανθρώπων, με τις διαφορετικές ιστορίες του καθενός, οι οποίοι βρίσκονται στη Σαϊγκόν το 1956 και στην Γαλλία το 1996. Άλλοι είναι Γάλλοι, άλλοι είναι Βιετναμέζοι˙ άλλοι αφήνουν πίσω την πατρίδα τους, άλλοι επιστρέφουν στην πατρίδα τους˙ άλλοι φεύγουν για ένα αβέβαιο μέλλον, άλλοι μένουν πίσω σε ένα σίγουρο (; ) παρόν. Και ενώ ο έρωτας και ο πόνος είναι αυτοί που θα διαμορφώσουν τις ζωές όλων αυτών των ανθρώπων, ο αστάθμητος παράγοντας της πολιτικής και των εξωγενών συνθηκών θα παίξει τον καταλυτικό ρόλο. Η σκηνοθέτις μέσα από την παράστασή της φώτισε την έννοια του ιμπεριαλισμού και της αποικιοκρατίας δείχνοντας το διπλό πρόσωπο μιας σημαντικής υπερδύναμης, όπως ήταν η Γαλλία στα μέσα ειδικά του προηγούμενου αιώνα. Όσο σκληροί, σαν άγρια θηρία, ήταν οι άνθρωποι ως «κατακτητές», τόσο προστατευτικοί, σε σημείο ασφυξίας, έγιναν όταν βρέθηκαν στη Γαλλία.

Η Caroline Guiela Nguyen χώρισε την παράσταση σε κεφάλαια με τίτλους (θυμίζοντας έντονα το μπρεχτικό θέατρο), δημιουργώντας στον θεατή την αίσθηση ότι η πρωταγωνίστρια ξεφύλλιζε το βιβλίο της ζωής της. Εντείνοντας μάλιστα την αίσθηση του επικού θεάτρου, έκλεινε το κάθε κεφάλαιο με ένα υπέροχο τραγούδι που ερμήνευε ένας, κάθε φορά, από τους ήρωες. Οι έντεκα ηθοποιοί (Γάλλοι και Βιετναμέζοι) που βρέθηκαν επί σκηνής συνυπήρχαν συχνά, ειδικά προς το τέλος κάθε κεφαλαίου, δημιουργώντας μια περίεργη αίσθηση, αφού στην ουσία, αρκετοί, συναντούσαν τον νεότερο εαυτό τους.

Η σκηνοθέτις έστησε λοιπόν μια παράσταση πολιτικού θεάτρου μέσα σε περιτύλιγμα ρεαλιστικού δράματος καταφέρνοντας ως αποτέλεσμα να συγκινήσει, αλλά και να προβληματίσει τον θεατή της. Δημιούργησε ένα θέατρο ντοκουμέντο, καθώς δραματουργικά βασίστηκε σε αληθινές μαρτυρίες, ενώ και η ίδια βίωσε τις συνέπειες αυτής της κατάστασης. Ενώ όμως η παράσταση κυλούσε ομαλά, αν και κάποιες φορές με περισσότερο αργό ρυθμό, τα δύο διαλείμματα που μεσολάβησαν θεωρώ ότι την εκτροχίασαν από τον ρυθμό της. Παράλληλα, απομάκρυναν τον θεατή από την όλη ατμόσφαιρα που είχε διαμορφωθεί, ενώ κούρασαν επίσης, αφού στην ήδη μεγάλη διάρκεια της παράστασης (2 ώρες και 35’) προστέθηκαν και δύο διαλείμματα (25λεπτά συνολικά).

Η «Σαϊγκόν» εν τέλει, είναι μια παράσταση-εμπειρία. Αρπάζει τον θεατή της και τον τοποθετεί στο κέντρο αυτού του εστιατορίου, στο οποίο λαμβάνουν χώρα οι προσωπικές ιστορίες των ηρώων, δηλαδή των απλών ανθρώπων που έζησαν στο πετσί τους την εξορία, την διχοτόμηση, τον πόλεμο. Το πιο σημαντικό στοιχείο της σκηνοθεσίας θεωρώ ότι είναι το θάρρος με το οποίο αντιμετώπισε η σκηνοθέτις ένα κομμάτι της σύγχρονης γαλλικής ιστορίας, που ακόμα αιμορραγεί και δεν έχει κλείσει. Εν κατακλείδι λοιπόν, θα ήθελα να ευχηθώ, ανάλογες προσπάθειες να συμβούν και στη χώρα μας, και με κομμάτια της ιστορίας μας που ενδεχομένως να αιμορραγούν ακόμα.

Πηγή : TOPSIRTO

RELATED ARTICLES

Most Popular

WE RECOMMENT FOR YOU