Saturday, April 27, 2024
spot_img
HomeΣυνεντεύξειςΣύντευξη του Λάζαρου Γεωργακόπουλου

Σύντευξη του Λάζαρου Γεωργακόπουλου

Θα ήθελα να φοβόμαστε λιγότερο τη ζωή και τον εαυτό μας».

Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος ανήκει στην σπάνια εκείνη κατηγορία των ερμηνευτών που δεν μιλούν συχνά. Αυτό κάποτε λειτουργούσε και ως αξίωμα στον κόσμο των media – ίσως και να ήταν ειδικά όταν έφερε τη γνησιότητα της απόφασης. Κι εκείνος, πράγματι, ουδέποτε χρησιμοποίησε ανάλογες πόζες για να δικαιολογήσει τη δημόσια παρουσία του στην Τέχνη. Αντίθετα, τόσα χρόνια μετά, τον ακούς με έκπληξη να δηλώνει πως «προσπαθώ να είμαι ηθοποιός». Αν βέβαια, έχεις αρκεστεί έστω σε μια ερμηνεία του, μέσα στους καταραμένους ήρωες που τόσο αγαπά να υποδύεται, λύνονται όλες οι απορίες για το τι σημαίνει προσπάθεια και τι ηθοποιός.
Τρεις και πλέον δεκαετίες στη σκηνή, αρχής γενομένης του δειλού ντεμπούτου του στη μυθική «Κασέτα» του Θεάτρου Τέχνης – ενίοτε και με σκηνοθετικά διαλείμματα όπως τώρα στην παράσταση του έργου του Θανάση Τριαρίδη «Οιδίνους»– ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος θεωρεί τον εαυτό του «αφάνταστα τυχερό. Τυχερό που ζω ακόμα στο θέατρο και από το θέατρο, που συνεχίζω να βρίσκομαι με σπουδαίους ανθρώπους και μεγάλα κείμενα, που διατηρώ μέσα μου τον ίδιο ενθουσιασμό για την δουλειά μου, που μπορώ να εκφράζομαι με τους δικούς μου όρους, που ακόμα νιώθω στιγμές ευτυχίας στη σκηνή».

Έχετε αναπτύξει μια στενή σχέση πλέον με τα έργα του Θανάση Τριαρίδη. Πώς θα την αποκωδικοποιούσατε;
Ο Τριαρίδης είναι μια εντελώς ξεχωριστή περίπτωση συγγραφέα που δεν έχει σχέση με την νεοελληνική ηθογραφία αλλά ασχολείται με τα μεγάλα διακυβεύματα του δυτικού πολιτισμού. Το αίτημα μιας τέτοιας αναμέτρησης με μαγνήτισε από την πρώτη στιγμή στα γραπτά του. Τα έργα του συνομιλούν με ολόκληρη την παγκόσμια γραμματεία και Ιστορία: Tην τραγωδία, τον Σαίξπηρ, τον Ντοστογιέφσκι, το Ολοκαύτωμα, τη νιτσεϊκή άβυσσο, το αίνιγμα του Κακού, το ακόμη μεγαλύτερο αίνιγμα της αγάπης. Σε αυτήν την αναζήτηση τρεφόμαστε μέσα από τον ίδιο ομφάλιο λώρο. Επιπλέον τα έργα του Θανάση έχουν πολύ ωραίους, σύνθετους ρόλους και μια εντελώς δική του αίσθηση του σπαραγμού που ουσιαστικά αποτελεί μία μεταγραφή του τραγικού κόσμου στο παρόν και στο μέλλον. Όλο αυτό συνιστά για μένα μία απροσπέλαστη πρόκληση.

Νομίζω πως στον «Οιδίνου» έχουμε την επιτομή του σύνθετου ρόλου: Έχουμε ένα ρόλο μέσα στο ρόλο.
Οι δύο ήρωες του έργου αποφασίζουν να απαντήσουν στην απώλεια του μωρού τους με μία εγκεφαλική επινόηση. Στον πυρήνα της απόφασής τους βρίσκεται η πίστη στην, άνευ ορίων, αγάπη. Κάποτε όμως ο επινοημένος «γιος» ζωντανεύει. «Διεκδικεί» την αυτόνομη ύπαρξή του, τον ζωτικό του χώρο, το μερίδιό του σ’ αυτή την ανεξέλεγκτη αγάπη. Αυτή η συνθήκη συνιστά, κατά τη γνώμη μου, την τραγωδία του έργου και την τραγωδία ολόκληρου του ανθρώπινου πολιτισμού. Μπορούμε να γεννήσουμε περισσότερη αγάπη από αυτήν που αντέχουμε να υποφέρουμε. Και αυτή η αντίφαση είναι κυριολεκτικά αβάσταχτη.

Οι σχέσεις με τους γονείς, μας σπρώχνουν συνήθως σε στρεβλούς ρόλους σε σχέση με τον εαυτό και τους άλλους;
Οι σχέσεις των ανθρώπων με τους γονείς τους είναι ένα κεντρικό θέμα του ανθρώπινου πολιτισμού – και συνάμα ο εξακολουθητικός όσο και εμμονικός πυρήνας του παγκόσμιου θεάτρου. Δείτε την τραγωδία, τον Σαίξπηρ, τον Ίψεν, τον Στρίνμπεργκ και τόσα ακόμη κείμενα. Όλα εστιάζονται στο τραγικό πλέγμα των οικογενειακών σχέσεων, σε αυτό που ο Τριαρίδης ονομάζει «ζωτική νοσηρότητα της οικογένειας»… Πώς φτάνουμε σε αυτό το νοσηρό πλέγμα; Δεν είμαι ειδικός επιστήμονας αλλά νιώθω πως μέσα στην οικογένεια αναπτύσσονται δεσμοί ανεξέλεγκτης και μη διαχειρίσιμης αγάπης-δεσμοί που δεν μπορούν να ερμηνευτούν με οποιονδήποτε ηθικό ή λογικό μηχανισμό. Είναι η φράση που επαναλαμβάνεται στον «Οιδίνου», πως «αγάπη είναι αυτό που δεν πρέπει να καταλάβεις»…

Εκτιμάτε πως είναι φαινόμενο της πραγματικότητας αυτό, να υποδυόμαστε δηλαδή κάτι που δεν είμαστε;
Αυτό είναι, κατά την εκτίμησή μου, το μεγάλο διακύβευμα του μέλλοντος κόσμου: Ο διαχωρισμός της βιολογικής ταυτότητας από την συνειδησιακή και την ηθική ταυτότητα. Μέχρι το τέλος του 20ου αιώνα η ταυτότητά μας δεσμευόταν από τη βιολογία μας: Το φύλο μας, το σώμα μας, την ηλικία μας, την εμφάνισή μας. Η εκρηκτική τεχνολογική εξέλιξη και ο κόσμος του Διαδικτύου έχουν πλέον δημιουργήσει εναλλακτικές δυνατότητες ταυτότητας. Σκεφτείτε μέσα στον κόσμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μέσα στον κόσμο του Facebook, για παράδειγμα, πόσοι επινοούν μια ταυτότητα (ή και περισσότερες) που είναι εντελώς διαφορετική από τη βιολογική τους ταυτότητα. Και μέσα από αυτή την επινοημένη ταυτότητα πάρα πολλοί ζουν ήδη μια δεύτερη ζωή, συχνά σε βάρος της πρώτης ή και αντί της πρώτης. Αυτή η διασάλευση είναι το θέμα όλου του θεάτρου του Τριαρίδη – και στον «Οιδίνου» αυτή η διασάλευση φτάνει στο ακρότατο δυνατό όριο: Ένας πατέρας γίνεται ο γιος, ο Λάιος γίνεται ο Οιδίπους, το μυαλό πρήζεται, η ανθρώπινη κατάσταση υπερεκχειλίζει.

Στην περίπτωσή σας, η ενασχόληση με το θέατρο έχει καθησυχάσει αντίστοιχες … αποκλίσεις ταυτότητας;
Αναμφίβολα ναι – ιδίως στις περιπτώσεις που η συνάντηση αυτή ήταν ευτυχής. Ένας ρόλος, εφόσον σε βρει στην κατάλληλη συνθήκη, μπορεί να πολλαπλασιάσει τη ζωή σου, να την περιπλέξει, να της ανοίξει μια ακόμη πόρτα που πλέον δεν θα κλείσει ποτέ. Ή ακόμη, ένας ρόλος μπορεί να ελευθερώσει ένα λανθάνον αίτημα ταυτοτικής διασάλευσης, το οποίο δίχως την συνθήκη του ρόλου θα έμενε στο σκοτάδι.

Κατά τα άλλα, καθώς κοιτάζετε γύρω σας, βλέπετε πρόσωπα που ξέρουν ποιοι είναι ή αναγνωρίζετε ανθρώπους με κρίση ταυτότητας;
Βλέπω γύρω μου – και αυτό συνέβαινε πάντοτε – ανθρώπους που εκχωρούσαν την ταυτότητά τους στην κοινωνική εθιμοτυπία, στην ταυτοτική προδιαγραφή που έθεταν οι άλλοι γι’ αυτούς. Αυτό είναι μια σκλαβιά που δυστυχώς αφορά στις ζωές όλων μας – και μιλάω και για τον εαυτό μου… Είναι στοίχημα ζωής να κατακτήσει κανείς την αληθινή του ταυτότητα, το νιτσεϊκό πρόταγμα τού να «γίνεις ο εαυτός σου…».

Πώς σχολιάζετε την κριτική που γίνεται στον σύγχρονο Έλληνα, πως πάσχει από έλλειψη ταυτότητας;
Η σύγχρονη Ελλάδα δημιουργήθηκε πάνω σε τερατώδη ιδεολογήματα που οδήγησαν την νεοελληνική κοινωνία σε πρωτοφανείς παθογένειες. Είναι το ιδεολόγημα της «ελληνικής συνέχειας», της «ελληνικής ανωτερότητας», της συνακόλουθης αίσθησης της «διαρκούς αδικίας σε βάρος μας». Έτσι διαμορφώσαμε μια φοβική και ρατσιστική συλλογική ταυτότητα που ουσιαστικά είναι ένας μηχανισμός αποπροσωποποίησης, ένας δρόμος για την προσχώρηση στον φόβο και τον εκφασισμό της κοινωνίας.

Η εφεύρεση ενός εαυτού είναι μια καταφυγή για να αντέξει κανείς την σύγχρονη κατάσταση;
Η εφεύρεση ενός εαυτού δεν είναι καταφυγή αλλά ζωτικό στοίχημα, θεμελιακό αίτημα της συνείδησης-ιδίως αν πιστέψουμε τον «Οιδίνου» και το θέατρο του Τριαρίδη. Οι ανθρώπινες σχέσεις βλάπτονται όταν ακολουθούν την κοινωνική προδιαγραφή των διακανονισμένων, από τα πριν, ρόλων. Και δεν θεωρώ «υγεία» να υποτάσσεται κανείς σε αυτή την προδιαγραφή – ούτε κατανοώ ως «αρρώστια» το να διεκδικεί κάποιος τη δική του αλήθεια. Αντίθετα, βλέπω με μεγάλη ελπίδα τον επερχόμενο κόσμο όπου οι προϋπάρχουσες ταυτότητες θα διασαλεύονται όλο και πιο πολύ…

Ποια ανατροπή θα θέλατε να δείτε στις συμπεριφορές των ανθρώπων;
Θα ήθελα να φοβόμαστε λιγότερο τη ζωή και τον εαυτό μας. Ο φόβος για τη ζωή γεννάει το φασισμό και το ρατσισμό και ο φόβος για τον εαυτό μας γεννάει το φόβο για τη ζωή. Ο αγώνας ενάντια στον φόβο είναι ένα πνευματικό στοίχημα• και νομίζω πως αυτό είναι και το ουσιώδες πολιτικό διακύβευμα του σημερινού κόσμου.

Πώς μεταφράζεται στις μέρες μας την έννοια του «Οιδίνου», του ήρωα με το πρησμένο μυαλό;
Είναι νωρίς να το πούμε για ένα σύγχρονό μας έργο, ωστόσο εγώ αντιμετωπίζω τον Οιδίνου ως έναν αρχετυπικό ήρωα της ταυτοτικής διασάλευσης μέσα στον μοντερνισμό τού 21ου αιώνα. Και είναι ιδιοφυής η επινόηση του ονόματος Οιδίνους. Νιώθω πως εκφράζει μια υπερσυσσώρευση διανοημάτων των αιώνων της Δύσης-η οποία αναζητάει μια εκφραστική διέξοδο.

Εστιάζοντας σε πολυδαίδαλους, βαθιά υπαρξιακούς, δραματικούς ρόλους, αναρωτιέμαι αν τελικά αυτοί είναι οι ρόλοι που σας ελκύουν. Αν υπάρχει μια γραμμή που τους συνδέει…
Σε κάθε ρόλο μπορείς να βρεις ένα νήμα που να τον συνδέει με τον προηγούμενο – ή και όλους τους προηγούμενους. Ωστόσο η ερώτησή σας είναι καίρια: Εδώ και χρόνια επιχειρώ, στο μέτρο του δυνατού, να δοκιμάζω τον εαυτό μου σε ρόλους που αποκαλύπτουν την συνθετότητα της ανθρώπινης κατάστασης, την ακρότητα του ανθρώπινου αινίγματος και της ανθρώπινης αβύσσου. Οι ρόλοι αυτοί δεν είναι μόνο οι δαιμονικοί ήρωες του εγωιστικού Κακού, όπως ο Μακμπέθ, ο Ρασκόλνικωφ, ο Φιοντόρ Καραμάζωφ ή ο Μένγκελε. Ο Οιδίνους, ας πούμε, είναι το ακριβώς αντίθετο• ένας άνθρωπος που είναι απόλυτα καλός και απόλυτα δοτικός και ο οποίος στέκεται στον αντίποδα κάθε εγωισμού. Αλλά αυτή η απολυτότητα της αγάπης και της δοτικότητας γεννάει τον όλεθρο του μη ελέγξιμου δεσμού.

Στο μεταξύ, το Μάιο πρόκειται να υποδυθείτε και τον εμβληματικό «Άγνωστο» του Στρίντμπεργκ…
Το «Προς Δαμασκόν» του Στρίντμπεργκ σε σκηνοθεσία της Ρούλας Πατεράκη που θα παρουσιαστεί στην Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, είναι ένα μεγάλο στοίχημα για όλους μας. Είναι ένα έργο θηριώδες, αριστουργηματικό και αινιγματικό, όπου ο Στρίνμπεργκ προσπαθεί να εκφράσει τα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις μιας ολόκληρης ζωής. Η πορεία του Αγνώστου προς «την Δαμασκό», η υπέρβαση του διανοητικού αδιεξόδου στη σκηνή, η μη παραστατική προϊστορία του έργου στην Ελλάδα, και η παρουσία της Ρούλας Πατεράκη με κάνουν να νιώθω μια δημιουργική αναμονή.

Μέχρι που επιτρέπετε στη σκηνοθεσία να ανταγωνίζεται το ενδιαφέρον σας ως ηθοποιού;
Είμαι – για την ακρίβεια, προσπαθώ να είμαι- ηθοποιός. Αντιλαμβάνομαι τη σκηνοθεσία ενός έργου στο θέατρο ως επέκταση του ερευνητικού πεδίου της υποκριτικής μου ενασχόλησης. Έτσι προέκυψαν, τουλάχιστον μέχρι τώρα, οι σκηνοθετικές μου προσπάθειες. Και σίγουρα, σε ό,τι με αφορά, δεν μπορώ να κατανοήσω τον εαυτό μου ως σκηνοθέτη έξω από την ιδιότητά μου του ηθοποιού.

Θα λέγατε ότι αντιμετωπίζετε την Τέχνη με έναν ασκητικό τρόπο;
Σε καμία περίπτωση δεν μου ταιριάζει η λέξη «ασκητικός». Ενθουσιάζομαι τόσο με την μπαρόκ υπερβολή, με την ανθρώπινη ακρότητα πέρα από όρους και όρια ώστε κάθε υποψία ασκητισμού στην περίπτωσή μου είναι πέρα για πέρα παράταιρη. Μάλλον εμμονικό πάθος θα μπορούσε να μου αποδώσει κανείς. Παθιάζομαι πολύ με τα κείμενα και τους ρόλους που πολλές φορές δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτε πέρα από αυτά και τη σχέση μου μαζί τους. Ίσως αυτό δίνει μια ψευδοοεικόνα «ασκητισμού», ενώ στην πραγματικότητα είναι άμετρη εμμονή.

Εργάτης στο θέατρο, τότε;
Ούτε αυτό – κρύβει αρκετή πόζα το να πει κανείς πως «υπηρετεί» το θέατρο. Μέσα στο θέατρο ψάχνω να βρω τον εαυτό μου – και στις πιο ευτυχισμένες ώρες του, όποτε και εφόσον συμβαίνουν – ψάχνω τη συνάντηση με τους άλλους.

Πηγή : Tospirto

 

RELATED ARTICLES

Most Popular

WE RECOMMENT FOR YOU