Home cinema news Σύντευξη του Κώστα Γάκη

Σύντευξη του Κώστα Γάκη

0

«Η ζωή αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε άρση. Όλοι περιμένουμε το νέο δεινό που θα μας συναντήσει».

Τα νέα έρχονταν κι εν μέσω του περασμένου, θερμού καλοκαιριού. Την ώρα που (σχεδόν) όλοι έλειπαν σε διακοπές, ο Κώστας Γάκης, ο Κωνσταντίνος Μπιμπής και η Αθηνά Μουστάκα, η ομάδα «Ιδέα» δηλαδή, βραβεύονταν και πάλι στην Ισπανία για τη δουλειά τους στον «Ρωμαίο και την Ιουλιέτα». Ήταν η τρίτη διεθνής τους διάκριση, ακολουθώντας την εγκάρδια υποδοχή του κόσμου που επί τρία χρόνια γέμιζε κάθε αίθουσα όπου παιζόταν αυτή η μικρή αλλά μεγάλη παράσταση. Για κάποιο λόγο όμως, όσο τα βραβεία αθροίζονταν, τόσο η αίσθηση ότι ο Κώστας Γάκης απομακρυνόταν οριστικά από το συστημικό κομμάτι του θεάτρου, μεγάλωνε. Ο ίδιος τώρα, απορρίπτει αυτό το συσχετισμό. «Δεν μπορεί να απομακρυνθεί κάποιος από κάτι στο οποίο δεν ανήκε ποτέ» λέει σθεναρά. «Με ενδιαφέρει το ζωντανό, παλλόμενο, εξελισσόμενο θέατρο που αναζητά νέες διεξόδους. Οι ομάδες στις οποίες ανήκω και δουλεύω εδώ και μια δεκαετία ενεργοποιούνται σε ένα είδος θεάτρου που εφευρίσκει και αναιρεί καθημερινά τον εαυτό του, που αυτοαναφλέγεται για να ανακαλύψει τρόπους να γεννηθούν μέσα στη θεατρική αίθουσα συγκινησιακοί κραδασμοί, ζέστη των ψυχών, θεραπεία. Αναζητώ στις παραστάσεις μου όλη εκείνη τη βεντάλια συναισθημάτων που μας κάνει ανθρώπινους καθώς και μια ευθεία σύνδεση ψυχής και βλέμματος με τον θεατή». Κάπως έτσι με το ίδιο πάθος που μιλάει για όσα έχει κάνει μέχρι τώρα, συστήνει και την καινούργια δουλειά του, την πρώτη ενασχόληση του με την τραγωδία.

Γιατί Οιδίποδας και γιατί τώρα;
Ο μύθος της καταραμένης γενιάς του Οιδίποδα ήταν πάντα ο πιο αγαπημένος μου σε όλη την τραγωδία. Από εκεί κι ο τίτλος: «Το δέντρο του Οιδίποδα». Αυτό που με ενδιέφερε πολύ σ’ αυτό το μύθο είναι ότι μια κατάρα που προέρχεται από τους προγόνους μεταφέρεται, μαστίζει και τελικά ξεκληρίζει τους απογόνους. Γι’ αυτό ήθελα να μπλέξω αυτές τις πέντε τραγωδίες, για να φωτίσω αυτή την αδυσώπητη πλευρά του μύθου. Με ενδιαφέρει το πως η νέα γενιά υποδέχεται στους ώμους της το αβάσταχτο φορτίο των προγόνων. Ακόμα, θέλαμε ως ομάδα να κάνουμε μια πρώτη εξερεύνηση στα υλικά των τριών αρχαίων τραγικών. Στη λειτουργία του διονυσιασμού και της τελετουργίας που αποτελεί την απαρχή του θεάτρου. Μπήκαμε σε αυτή τη λειτουργία της τελετής, του τραγουδιού της φυλής, του ξέφρενου πανηγυριού για να δημιουργήσουμε αυτή την παράσταση. Μοιάζαμε σαν μεθυσμένοι μέσα στην άναρχη τελετουργία. Και αυτή η μέθη συνεχίζει μέσα στη δομημένη πια παράσταση.

Πώς συνδέεται ο Οιδίποδας με τα σημερινά;
Και οι πέντε τραγωδίες που αποτελούν τη βάση για το «Δέντρο του Οιδίποδα» έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό με την εποχή μας: Δείχνουν μια πόλη, τη Θήβα, σε μεγάλη αναταραχή, σε κρίση αξιών, σε πόλεμο, σε γενικευμένη άγνοια και φόβο. Η ζωή αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε άρση. Όλοι περιμένουμε με κομμένη ανάσα το νέο δεινό που θα μας συναντήσει. Η επόμενη μέρα είναι ένας φόβος. Έτσι κι αυτή η σκηνοθετική δουλειά φέρει τον μετεωρισμό στον πυρήνα της. Οι ήρωες συχνά αιωρούνται μέσα στο θεατρικό χώρο με τη χρήση πανιών. Οι τραγικοί ήρωες μοιάζουν με μαριονέτες των θεών, αιωρούνται από τις κλωστές τους και θεωρούν εαυτούς ελεύθερους. Το μόνο που καταφέρνουν είναι να κραυγάσουν ή να ψελλίσουν τα ερωτήματά τους, τις εσώτερες αγωνίες τους λίγες στιγμές πριν τη συντριβή τους.

Είπες είμαστε σε πόλεμο. Το πιστεύεις κι εσύ αυτό;
Ο πόλεμος δεν είναι νέος. Είναι δυστυχώς από τα πιο παλαιά συνοδεύοντα θηρία του ανθρώπου. Είναι παρών εδώ και αιώνες. Παρών μέσα μας με όσα καταπιέζουμε καθημερινά και τα εκτονώνουμε βίαια σε άσχετες περιστάσεις και άσχετους ανθρώπους. Οι πόλεμοι λοιπόν στη μεγάλη κλίμακα δεν είναι τίποτα άλλο από προβολή αυτού που συμβαίνει μέσα στον καθένα στην καθημερινή του συναλλαγή με τους άλλους, στην λεγόμενη μικροκλίμακα. Υπάρχουν πολλές μισαλλοδοξίες, μικροφασισμοί, μικροπόλεμοι στον καθένα μας που όταν προστεθούν βγάζουν ως αποτέλεσμα το μεγάλο πόλεμο. Χρειάζεται λοιπόν πολλή δουλειά μέσα μας για να σβήσει το κακό στη μεγάλη εικόνα. Παράλληλα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ζούμε σε ένα αδηφάγο οικονομικό σύστημα το οποίο οδηγεί αναπόφευκτα σε πολέμους. Ο Πλάτωνας το έχει πει εδώ και είκοσι αιώνες: «Δια την χρημάτων κτήσιν πάντες οι πόλεμοι γίγνονται». Επομένως χρειάζεται καθημερινός αγώνας και ενάντια σε αυτό το σύστημα• χρειάζεται καθημερινά δημιουργική σύνθεση και κατάθεση δράσης και αντιπρότασης στον υπάρχοντα κανιβαλισμό.

Πιστεύεις ότι στην Ελλάδα – όσο και στην Ευρώπη – επικρατεί ένα καθεστώς ασταθούς δημοκρατίας;
Η Γαλλία λόγω της Γαλλικής Επανάστασης αλλά και του Μάη του 68′ έχει ειδική νοηματοδότηση σε σχέση με τη δημοκρατία και τις ελευθερίες του ατόμου. Ως εκ τούτου η επιβολή στρατιωτικού νόμου εκεί είναι αρκετά σοκαριστική. Σοκαριστικό είναι επίσης το ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει πια Δημοκρατία εφόσον δεν αποφασίζουμε πλέον εμείς για τις τύχες μας. Εξίσου σοκαριστικό όμως είναι το τι συμβαίνει σε άλλα μέρη της γης όπως στην Ταϊλάνδη, στην Κίνα, στην Τουρκία, στην Παλαιστίνη. Η γη είναι μια σφαίρα και πρέπει να ενημερωνόμαστε σφαιρικά κι όχι μόνο όταν οι σφαίρες περάσουν ξυστά από τα δικά μας κεφάλια.

Θεωρείς την άγνοια ως την μεγαλύτερη πληγή της εποχής;
Ναι, την άγνοια μέσα και έξω.

Η πληγή των προσφύγων και το πώς διαχειριζόμαστε το πρόβλημα σημάδια άγνοιας δεν προδίδει;
Από τους παππούδες μου και τους γονείς μου έχω διδαχθεί την έμπρακτη αλληλεγγύη και την ανοιχτή έκφραση αγάπης σε ανθρώπους που ξεριζώνονται βίαια από τις χώρες τους. Αν εκφράσουμε έμπρακτα την αλληλεγγύη μας γινόμαστε κομμάτι της αλλαγής του κόσμου.

Αυτό σημαίνει πως θα άνοιγες το σπίτι σου σε έναν πρόσφυγα;
Ναι. Όπως ακριβώς έκανε η γιαγιά μου η Αντιγόνη στην Ικαρία. Όπως άνοιξαν το σπίτι τους κάποιοι άγνωστοι σε δικούς μου ξεριζωμένους προγόνους μου που ταξίδεψαν σε άλλες ηπείρους.

Μιλάς διαρκώς για την πρόκληση των ημερών μας, την αλληλεγγύη και αναρωτιέμαι αν ήταν συνειδητή απόφαση να απορρίψεις την ατομική πορεία.
Λειτουργώ πάντα μέσα στο πλαίσιο ομάδας. Όλες μου οι σκηνοθεσίες μέχρι στιγμής προέκυψαν ως γόνιμες συναντήσεις ομάδων στις οποίες όλοι συνέβαλαν για να γεννηθεί κάτι όμορφο. Είναι πολιτική μου άποψη να ενισχύω, να επικροτώ και να εμπνέω την ομαδική λειτουργία. Αν έχει ενδιαφέρον το θέατρο είναι ακριβώς γιατί σπάει το μονήρες κλουβάκι του «καλλιτέχνη» και σε προκαλεί να λειτουργήσεις μαζί με άλλους. Αυτό το «μαζί» που τείνει να εκλείψει κοινωνικά αξίζει να το θρέφει κανείς με όλη η δύναμη της ψυχής του.

Ωστόσο γιατί έσμιξες με δυο παιδιά διαφορετικής γενιάς που ενδεχομένως έχουν κι άλλα αιτήματα στην τέχνη τους;
Μα το σμίξιμο, η ένωση τριών ανθρώπων δεν είναι επιλογή ενός μόνο ατόμου. Στην ομάδα «Ιδέα» δεν επέλεξε ένας, δηλαδή εγώ, τους άλλους δύο. Ήταν μια μαγική συνεύρεση, σχεδόν συμπαντική. Τα όνειρα του Κωνσταντίνου Μπιμπή και της Αθηνάς Μουστάκα φορούσαν και φορούν τα ίδια ρούχα με τα δικά μου. Νιώσαμε από την πρώτη στιγμή ως «μια ψυχή χωρισμένη στα τρία», κι αυτό το τρίγωνο εδράζεται καλά τόσο όταν πατάει γερά στη γη όσο όταν επιχειρεί νέους αιθεροβάμονες θεατρικούς ακροβατισμούς. Αυτοί οι δυο άνθρωποι είναι αδέρφια μου και τα αιτήματά μας στην τέχνη είναι κοινά. Ιδρύσαμε την ομάδα με στόχο μια εντελώς νέα βίωση του θεατρικού φαινομένου. Θέλουμε να επαναφέρουμε το θέατρο σε μια λαϊκή βάση. Μας ενδιαφέρει ο κάθε θεατής ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης, επαγγέλματος και ηλικίας να κατανοεί πλήρως την ιστορία που αφηγούμαστε και να μην αισθάνεται αμύητος. Μας ενδιαφέρει η δημιουργία παραστάσεων που κρατούν σε εγρήγορση τη συναισθηματική νοημοσύνη του κοινού, παραστάσεις αισθητηριακών ξυπνημάτων και συγκινησιακών φορτίσεων, που μετακινούν το θεατή σε μια νέα, ανάγλυφη πραγματικότητα η οποία τον ξεπλένει από τη σκόνη της καθημερινότητας.

Ποιά είναι τα καλά και τα κακά της ομαδικής δουλειάς;
Ας ξεκινήσουμε με τα καλά. Οι πόνοι και οι κόποι μοιράζονται σε περισσότερες πλάτες και έτσι είναι πιο εύκολο να αντέξεις το φορτίο τους.
Οι χαρές πολλαπλασιάζονται και ευφραίνουν περισσότερο την καρδιά καθώς ο ένας τις βλέπει να καθρεφτίζονται στα πρόσωπα των άλλων, των συντρόφων. Οι ιδέες γονιμοποιούνται με μια διαδικασία σύνθεσης και αλληλεπίδρασης που τις κάνει πιο κυκλικές, πιο πλατιές. Υπάρχει ένα είδος αμεριμνησίας, κεφιού και γαργαλιστικής δημιουργικότητας που δεν μπορείς να νιώσεις στο μοναχικό δρόμο. Από την άλλη, υπάρχουν και τα κακά. Η συνήθεια, που επισκέπτεται συχνά όλες τις ανθρώπινες σχέσεις. Η άρση της ατομικότητας που είναι εν μέρει απαραίτητη. Η αίσθηση εγκλωβισμού σε μια αισθητική, σε μια συγκεκριμένη κοσμοαντίληψη, σε επανάληψη των ίδιων καλλιτεχνικών μοτίβων. Υπάρχουν βέβαια όπλα ενάντια σε αυτούς τους δαίμονες: Αν μια ομάδα σέβεται τον εαυτό της θα πρέπει να αφήνει μεγάλα παράθυρα ελευθερίας στο ατομικό επίπεδο. Να ευνοεί συνεργασίες με νέους ανθρώπους ανοίγοντας τον κύκλο της. Να παίρνει διαστήματα παύσης, ανάσας, αγρανάπαυσης.

Γενικότερα, πιστεύεις στις δυνάμεις και το ταλέντο σου ή θέλεις να το αναγνωρίζεις μέσα από τα μάτια των άλλων;
Βρίσκω την ερώτηση κάπως αντιφατική. Δεν ισχύει το δίπολο «εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μου» διάφορον του «αναγνώριση από τους άλλους». Δεν πιστεύω στην αναγνώριση – πιστεύω στην ενθάρρυνση. Σε μια ομάδα όπως και σε μια σχέση θέλεις να εμπνέεις και να εμπνέεσαι, να ανθίζεις και να κάνεις και τους άλλους να ανθίζουν. Πιστεύω στη δύναμη και τη δυναμική που διαθέτω να συνενώνω δυνάμεις και ανθρώπους με στόχο ένα όμορφο, ομαδικό αποτέλεσμα και ταυτόχρονα επιθυμώ τόσο εγώ όσο και τα άλλα μέλη των ομάδων που ανήκω να λειτουργούν ενθαρρυντικά σε κάθε νέα πρωτοβουλία. Όταν κάτι καλό φυτρώνει σε μια πρόβα, σε έναν αυτοσχεδιασμό ή απλά παντού στη ζωή αυτό το κάτι μοιάζει μικρό κι ανίσχυρο σαν τον πρώτο μίσχο ενός φυτού. Αυτή η πρώτη ελπίδα του κόσμου θέλει ενθάρρυνση. Θέλει το λίπασμα της. Κι αυτό το λίπασμα ονομάζεται αγάπη.

Έχεις αυτό το λίπασμα αγάπης μέσα στο θεατρικό χώρο; Σε αναγνωρίζει, αναγνωρίζει τις διακρίσεις σου;
Είμαι πολύ χαρούμενος με όσα μου έχουν συμβεί και θα ήμουν αχάριστος αν πίστευα ότι ο «χώρος» δεν αναγνωρίζει τη δουλειά μου. Το βραβείο Χορν, οι υποτροφίες μου στην Αμερική και τη Γερμανία καθώς και οι διεθνείς βραβεύσεις της ομάδας μου είναι έπαθλα που έχουν προέλθει ακριβώς από την αναγνώριση του «χώρου». Επίσης στις συζητήσεις με συναδέλφους μου κάθε ηλικίας, σκηνοθέτες και ηθοποιούς, αισθάνομαι μεγάλη αγάπη καθώς και το γλυκό συναίσθημα ότι επικροτούν τη δική μου διαφορετική καλλιτεχνική φωνή. Βεβαίως, στην ερώτηση σου υπάρχουν δυο παγίδες στις οποίες «έπεσα» εσκεμμένα.

Δηλαδή;
Καταρχάς στην παγίδα να κάνει κάποιος τέχνη για να ικανοποιήσει το «χώρο», δηλαδή κάποιους ειδήμονες θεατρόφιλους με… αποψάρες και όχι για το πλατύ κοινό. Και η δεύτερη παγίδα είναι να δώσει κάποιος παραπάνω αξία στα βραβεία, στις υποτροφίες και σε κάθε λογής ακαδημαϊσμούς χάνοντας έτσι την ουσία. Το αληθινό βραβείο σε αυτή τη δουλειά είναι η ουτοπία της κοινής δράσης, της ομαδικής χαράς, της συνάντησης μέσα στη θεατρική αίθουσα.

Πηγή : Tospirto