Home Uncategorized Συντεύξη του γιάννη Νιάρρου είναι ο νικητής του βραβείου Χορν

Συντεύξη του γιάννη Νιάρρου είναι ο νικητής του βραβείου Χορν

0

«Ο Οικονομίδης έκανε ένα θαρραλέο πείραμα που απέδωσε. Ο κόσμος ερχόταν και μας έλεγε ότι δεν έχει ξαναδεί κάτι τόσο ωραίο. Η παράσταση έμοιαζε να κουβαλάει κάτι πρόχειρο και περίεργο, κάτι που ήταν άκρως συγκινητικό».

O Γιάννης Νιάρρος κατάφερε να κερδίσει το φετινό βραβείο Δημήτρης Χορν παίζοντας τον Γιώργο Γερακάρη στην παράσταση «Στέλλα Κοιμήσου». Έχουν μεσολαβήσει 10 χρόνια θεατρικού παιδέματος. Κάθε χρόνος και ένας ρόλος, κάθε ρόλος και ένας «καημός» για τον ταλαντούχο νέο που αγχώνεται για το αποτέλεσμα της δουλειάς ενώ πιστεύει και σέβεται την τέχνη του. Μιλώντας για την καθημερινότητα, για τη σχέση του με την ηθοποιό Χαρά Μάτα Γιαννάτου, τα καλλιτεχνικά και ρεαλιστικά μπινελίκια του Οικονομίδη επί σκηνής έχει μεγάλο ενδιαφέρον το συμπέρασμα που βγάζεις. Αν και μικρός είναι πολύ ταιριαστός με μεγαλεία.

Έχοντας στα χέρια σου το βραβείο Δημήτρης Χορν…
Νιώθω ότι κάποιες προσπάθειες που έχω κάνει -από το ξεκίνημά μου μέχρι σήμερα- ανταμείβονται από τον χώρο και τους ανθρώπους που σέβομαι και εκτιμώ. Το βραβείο μου δίνει μεγάλη ώθηση προκειμένου να συνεχίσω να κάνω αυτό που έκανα τόσο καιρό. Είναι κάτι που το απολαμβάνω και η επιβράβευση σημαίνει ότι –μαζί με εμένα- το απολαμβάνουν και άλλοι. Έχω μεγάλη χαρά.

Σε αυτό που κάνεις… τι κάνεις σωστά;
Είναι οργανικό, γίνεται από μόνο του και έχει να κάνει με το ότι με ενδιαφέρει, με νοιάζει η δουλειά μου. Αγχώνομαι και κάθε φορά νιώθω ότι δεν έχω κατακτήσει αυτό που θέλω. Κάνω μεγαλύτερη προσπάθεια και έχω πάντα μια δεύτερη σκέψη… «Έχω φτάσει στο επιθυμητό, έχω αγγίξει το ταβάνι, τι είναι το ταβάνι; Μπορώ να το βρω καλύτερα;» Προβληματίζομαι για το αντικείμενο και την ποιότητα της δουλειάς μου.

Έχεις κάνει κάτι λάθος;
Ναι… Λάθη επαγγελματικά και όχι καλλιτεχνικά. Άλλωστε καλλιτεχνικά όλα είναι λάθος – αυτό σκέφτεσαι για να πας παρακάτω. Για να προσπαθήσεις -όλο και πιο πολύ- για το καλύτερο. Να τα κάνεις όλα διαφορετικά προκειμένου να τα βελτιώσεις με κάθε τρόπο. Λάθος, λοιπόν, είναι το ότι δε δέχθηκα μια δουλειά που αν την επέλεγα μπορεί να μου έβγαινε καλύτερα ή να μου έδινε λεφτά… τέτοια πράγματα.

Αισθάνεσαι μικρός για τέτοια μεγαλεία;
Όχι. Ασχολούμαι -με αυτή τη δουλειά- από 12 ετών. Τότε ήταν που έπαιξα σε μία τηλεοπτική σειρά, καμία σχέση με το θέατρο. Αν και πριν από αυτό πάντα ήξερα και ήθελα να γίνω ηθοποιός. Το ήξερα και το ζητούσα. Από την Γ Γυμνασίου παίζω – κάθε χρόνο- και σε μία παράσταση. 10 χρόνια μετά έχω μία προσωπική εξέλιξη, είμαι ένας διαφορετικός άνθρωπος που σημαίνει ότι είμαι και διαφορετικός ηθοποιός. Κάπως έτσι δεν νιώθω μικρός… νιώθω ότι μετά από όλα αυτά ήμουν έτοιμος να πάρω αυτό το βραβείο.

Δέκα χρόνια παίζεις εξαιτίας του ξεχωριστού σου ταλέντου;
Όχι. Νιώθω ότι έχω μεγάλη τύχη… είναι μεγάλη τύχη. Μου άρεσε ανέκαθεν να παίζω θέατρο, να δίνω παραστάσεις. Το έκανα όταν προσπαθούσα να προκαλέσω γέλιο στους συμμαθητές μου ή όταν ήθελα, σε ηλικία 16 ετών, να ρίξω μία γκόμενα. Σε όλους μπαίνει το θεατρικό δαιμόνιο και κάνουν ένα show όταν φλερτάρουν μια γυναίκα σε τόσο νεαρή ηλικία. Όμως ό,τι και να έκανα η τύχη καθόρισε την πορεία και το μέλλον μου. Γνώρισα την Αγγελική Γκιργκινούδη που ήταν η σκηνοθέτις του Δραματικού Ομίλου του Κολλεγίου Αθηνών- του σχολείου μου- και ήταν αυτή που με έβαλε σε έναν, καθαρά, θεατρικό κόσμο. Μπήκα στη διαδικασία να διορθώσω λάθη και να μάθω. Ήμουν τυχερός που βρέθηκα εκεί. Αν είχα μεγαλώσει σε μια άλλη πόλη, αν δεν είχα γνωρίσει την Αγγελική, αν δεν είχα μπει σε αυτόν τον Όμιλο, δεν θα είχε ανθίσει έτσι- όλο αυτό- και μπορεί να είχε εξελιχθεί διαφορετικά. Όλα συνέβησαν με μία σειρά… μοιραία ίσως.

Έκανες τηλεόραση χρόνια πριν και λες ότι δεν έχει κάποια σχέση με το θέατρο. Την θεωρείς υποδεέστερη;
Όχι. Υπάρχουν καλές και κακές δουλειές. Απλώς, αυτή την εποχή, είναι ένα υποβαθμισμένο Μέσο εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Σαφώς και με ενδιαφέρει να κάνω τηλεόραση.

Κάνοντας ζάπινγκ τι καταλαβαίνεις για την εποχή και τους ανθρώπους της;
Καταλαβαίνω ότι δεν υπάρχουν λεφτά. Όλα γίνονται γρήγορα και εύκολα. Οι τεχνικοί και οι καλλιτέχνες δεν έχουν τον χρόνο να κάνουν τη δουλειά τους και να είναι αποτελεσματικοί. Ο σεναριογράφος γράφει με μισή καρδιά μη γνωρίζοντας αν αυτό που γράφει θα παιχτεί ή αν θα παιχτεί με τις κατάλληλες συνθήκες. Επειδή η τηλεόραση έχει εύκολη πρόσβαση οι άνθρωποι αγκαλιάζουν αυτό το μέτριο αποτέλεσμα. Δεν πιστεύω ότι αντικατοπτρίζει ένα χαμηλότερο επίπεδο της ελληνικής κοινωνίας, απλώς είναι εκεί και απευθύνεται ελεύθερα σε όλους. Αυτή την εποχή -που έχει έρθει στην Ελλάδα το Netflix- αρκετοί επιλέγουν να δουν μια σειρά εκεί και όχι μία ελληνική παραγωγή.

Σκέφτεσαι ότι είσαι ένας άνθρωπος του θεάτρου που απευθύνεται στο κοινό του Netxflix, του Survivor ή του Power Of Love και θα κάνεις κάποιον -που δεν είναι κοντά στο θέατρο- να σηκωθεί από τον καναπέ του για να έρθει να σε δει;
Ο κάθε ηθοποιός νιώθει ότι το θέατρο είναι κάτι ατόφιο, είναι η δική μας δουλειά. Το να μπορέσει να απευθυνθείς σε ανθρώπους που δεν βλέπουν θέατρο και να τους φέρεις κοντά σου είναι ένα μεγάλο όνειρο… για όλους. Με το «Στέλλα Κοιμήσου» καταφέραμε να το κάνουμε. Ήρθε κόσμος που δεν είχε δει –προηγουμένως- θέατρο και ενθουσιάστηκε. Αυτό με έβαλε στη διαδικασία να σπαταλήσω πολύ χρόνο για να καταλάβω για ποιο λόγο συνέβη. Θέλησα να βγάλω ένα συμπέρασμα, για τη μεγάλη απήχηση που είχε αυτό το έργο.

Πού κατέληξες;
Έχει να κάνει με τα συστατικά. Με την αυθεντικότητα του Γιάννη Οικονομίδη. Μια ξεχωριστή προσωπικότητα, ένας σημαντικός καλλιτέχνης που συναντήθηκε με τους ηθοποιούς του. Έχει έναν εκπληκτικό τρόπο, βάζοντας όρια στο παίξιμο και στον τρόπο μας, να μας απελευθερώσει πλήρως. Παίζαμε και νιώθαμε ότι βρισκόμασταν απλώς πάνω στη σκηνή, ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Έπρεπε να πάμε εκεί πέρα, χωρίς να υπάρχει μια τεχνική στο παίξιμο. Ο Γιώργος Γερακάρης ήταν για εμένα μια απολαυστική εμπειρία. Ένιωθα λες και έπρεπε –έτσι απλά- να ανέβω στη σκηνή, να χαλαρώσω, να κοιτάξω τους άλλους ηθοποιούς και να παίξω. Ο Οικονομίδης έκανε ένα θαρραλέο πείραμα που απέδωσε. Ο κόσμος ερχόταν και μας έλεγε ότι δεν έχει ξαναδεί κάτι τόσο ωραίο. Η παράσταση έμοιαζε να κουβαλάει κάτι πρόχειρο και περίεργο, κάτι που ήταν άκρως συγκινητικό. Κατάφερε- πιο θεωρητικά- να κάνει ρεαλισμό στο θέατρο. Οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να κάνουν ρεαλισμό με κείμενα του Τσέχωφ και του Τένεσι Ουίλιαμς. Αυτό δεν είναι εφικτό στην ελληνική κοινωνία. Ο Γιάννης Οικονομίδης έχει τον λόγο, που είναι το πρώτο και το πιο βασικό συστατικό. Πώς είναι δυνατόν να υπάρχει ελληνική σκηνή- να υπάρχει αλήθεια- χωρίς να ειπωθεί ένα “μαλάκα”. Ο άλλος κάνει ρεαλισμό και οι ήρωες απευθύνονται ο ένας στον άλλον λέγοντας Τζακ, Μαρία και Άρθουρ, αυτό δεν είναι ρεαλιστικό. Στη δική μας παράσταση συναντούσες ανθρώπους που έβλεπες και στο δρόμο. Δεν είχε να κάνει μόνο με τις αθυροστομίες αλλά και με τον τρόπο που περπατούσαν. Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στο θέατρο βασιλιάδες και Αρχαίους, άλογα και παραμύθια. Στο «Στέλλα Κοιμήσου» υπήρχε ο τύπος που κάθεται μπροστά στο laptop του και λέει «σκάσε μωρή μαλακισμένη». Φαίνεται και είναι απλοϊκό, αλλά κανείς δεν έχει το τσαγανό να το κάνει. Καταρρίπτει πολλές νόρμες του θεάτρου, καταρρίπτει την ποίηση του λόγου και έχεις κάτι αληθινό, έχει την ποίηση της βρωμιάς και της αμεσότητας. Αυτό είναι κάτι που το φοβόμαστε στο θέατρο.

Υποστηρίζεται και από την ανάγκη της εποχή για μπινελίκια;
Δεν έχει να κάνει με την εποχή. Δεν είναι ότι ο κόσμος θέλει να βρίσει και να εκτονωθεί. Ποτέ πριν δεν πήγαινε στο θέατρο και έβλεπε- άκουγε- τόσο ξεκάθαρα τη γλώσσα του. Η αθυροστομία στο έργο βγάζει αλήθεια, δεν έχει να κάνει μόνο με την οργή. Επίσης εκτός από το να βρίζει ο κόσμος –όταν μιλάει άμεσα, στην καθημερινή του ζωή- μπορεί να πει μια πρόταση πολύ λάθος, να πει μια ασύντακτη πρόταση. Αυτό δεν επιτρέπεται στο θέατρο, απαγορεύεται να κάνεις γραμματικά λάθη. Εμείς είχαμε –επί σκηνής- αυτή την προχειρότητα στον λόγο- την ίδια που έχουμε και στη ζωή. Αυτό με το που θα το ακούσεις καταλαβαίνεις ότι είναι κάτι ξεχωριστό. Άρα δεν έχει να κάνει – μόνο-με το ότι ο κόσμος θέλει να ακούσει μπινελίκια. Σίγουρα υπάρχει και ο κόσμος που πολύ απλά τα γουστάρει τα μπινελίκια. Αυτή είναι μια παιδική συμπεριφορά, αφού όταν κάποιος μπει στο θέατρο και ακούσει να λένε «μαλάκα ή πούστη» γελάει αμέσως, αντιδράει σαν παιδί. Τον Οικονομίδη τον ξέρουν άπαντες και άνθρωποι που δεν ασχολούνται με το θέατρο, τον αποκαλούν «ο τύπος που μπινελικώνει». Αν και είναι ένας σκηνοθέτης που τον έχουν ταυτίσει με τη βία, ο τρόπος που το αντιμετωπίζει είναι συγκλονιστικός. Δε θα έρθει στην πρόβα να σου πει βρίσε ή χτύπα. Θα σε φτάσει σε ένα σημείο που –όλο αυτό- δεν εμπεριέχει μόνο μίσος και οργή, εμπεριέχει αλήθεια. Στις ακραίες μας στιγμές ακόμα και στην ακραία αγάπη, με την κοπέλα μας δεν λες «θα σε φάω, θέλω να σε βάλω κάτω, θέλω να σε….», είναι ρήματα ενεργητικά… είναι ένας πλούσιος λόγος.

Ακραίος είσαι στις σχέσεις σου και στη δουλειά σου;
Με την κοπέλα μου είμαι παθιασμένος όχι ακραίος με αρνητικό τρόπο. Με τη δουλειά έρχονται στιγμές που σκέφτομαι και λέω «γιατί σε ενδιαφέρει ΤΟΣΟ πολύ αυτό το πράγμα;»

Δίνεις την αίσθηση ότι αν και είσαι μικρός σε ηλικία συμπεριφέρεσαι πολύ μεγαλίστικα… επαγγελματικά.
Είμαι ψυχανώμαλος, με νοιάζει πολύ για κάποιο λόγο. Θα ήθελα να σταματήσω για λίγο, να μη σκέφτομαι συνεχώς τη δουλειά αλλά δεν τα καταφέρνω.

Η κοπέλα σου πώς αντιδράει σε αυτό;
Ευτυχώς είναι της δουλειάς, αλλιώς θα με είχε χωρίσει και θα με είχε πετάξει στο δρόμο. Θα με έλεγε τρελό και θα μου ζητούσε να την αφήσω ήσυχη. Όταν γυρνάω από την πρόβα και δεν έχει πάει καλά, κάνω έναν μονόλογο μιας ώρας για όλα τα λάθη και τι θα έπρεπε να κάνω για να τα διορθώσω, αυτό γίνεται μέχρι να μου πει η Χαρά «σταμάτα δεν αντέχω άλλο». Το πιο ακραίο είναι να μη μπορώ να κάνω διακοπές και να χαλαρώσω. Αλλά όταν συμβαίνει κάτι τόσο ώραιο- όπως το βραβείο- λες αξίζει ο κόπος και ότι κάποιος αναγνωρίζει την προσπάθεια και αυτό που κάνεις.

Πέρυσι, που ήσουν και πάλι υποψήφιος, αλλά δεν πήρες το βραβείο, ποια ήταν πρώτη σου σκέψη μετά την ανακοίνωση του ονόματος του νικητή Κωνσταντίνου Μπιμπή;
Πάμε για του χρόνου ή του παραχρόνου… σκέφτηκα. Ήθελα πολύ να πάρω αυτό το βραβείο. Είναι μεγάλη τιμή και όσοι το έχουν πάρει έχουν ένα ξεχωριστό στίγμα επάνω στη σκηνή αλλά και στην ζωή. Είναι ωραίες προσωπικότητες, με ενδιαφέρον. Υπάρχει κάτι πολύ ατόφιο. Ήθελα λοιπόν να βρεθώ σε αυτή την “οικογένεια” ηθοποιών. Η περσινή νίκη του Κωνσταντίνου ήταν αναμενόμενη αφού όλοι λέγαμε ότι ήταν εξαιρετικός.

Φέτος πώς αντέδρασες όταν άκουσες το όνομά σου;
Όταν ο Σταμάτης Φασουλής είπε το πρώτο γράμμα, ξεκίνησε το… Γιάννης Νιάρρος, πέταξα. Σηκώθηκα και δεν μπορούσα να μιλήσω, τραύλιζα.

Σκέφτεσαι ότι θα είσαι από εδώ και πέρα «αυτός που πήρε το βραβείο Δημήτρης Χορν» και όλοι θα ζητάνε κάτι παραπάνω από εσένα; Είσαι έτσι όπως είσαι, μπορείς να αγχωθείς επιπλέον;
Το σκέφτηκα και αυτό και λέω όχι δεν θα αγχωθώ. Μεγάλο κομμάτι της δουλειάς μας είναι η αυτοπεποίθηση και η ντροπή, πόσο ντρέπομαι και πόσο νιώθω οτι το έχω. Όλο αυτό μου έδωσε μεγάλη αυτοπεποίθηση. Χωρίς να γίνω αλαζόνας και να καβαλήσω το καλάμι πρέπει να θέσω τον επόμενο στόχο, να αναμετρηθώ με αυτά που θα έρθουν και να τα καταφέρω.

Και ποιοι είναι οι επόμενοι- άμεσοι- στόχοι;
Θεατρικά θα συνεχίσουμε- την επόμενη σεζόν- με το «Στέλλα Κοιμήσου», Δευτέρα και Τρίτη στο Τζένη Καρέζη και χαίρομαι πολύ για αυτό. Τις υπόλοιπες μέρες θα παίζω σε ένα καταπληκτικό έργο που ετοιμάζει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος. Το «Ποιος σκότωσε το σκύλο τα μεσάνυχτα» του Σάιμον Στέφενς βασισμένο στο βιβλίο του Μάρκ Χάντον, μαζί με τον Γιώργο Χρυσοστόμου και τη Μαρία Καλλιμάνη. Πιο άμεσα συμμετέχω στην «Πορνοσταρ», ένα έργο της Έλενας Πέγκα, που ετοιμάζει ο Κωνσταντίνος Ρήγος για το Φεστιβάλ Αθηνών ενώ στις 21 Μαίου και 1η Ιουνίου θα παρουσιάσω ένα live- ένα μουσικό stand up comedy- στο Faust όπου θα είμαι εγώ και το πιάνο μου. Ο τίτλος του…. «Life before Grammys» αφού τώρα που πήρα το Χορν πιστεύω ότι ο επόμενος στόχος είναι ένα Grammy.

Πηγή: Tospirto