Home Θέατρο Συντεύξη της Αμαλία Βλάχου

Συντεύξη της Αμαλία Βλάχου

0

«Δε νομίζω πως έχουμε παραιτηθεί. Πιστεύω έχουμε εγκλωβιστεί».

H Αμαλία Βλάχου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καρδίτσα. Σπούδασε στην Κομοτηνή όπου είχε και την πρώτη της επαφή με το Θέατρο. Έπειτα ήρθε στην Αθήνα και φοίτησε για ένα χρόνο στη δραματική σχολή της Δήμητρας Χατούπη- Δήλος. Η πρώτη της σκηνοθεσία στο θέατρο ήταν η «Miss Julie» του Στριντμπεργκ το 2015 (Θέατρο Επί Κολωνώ) και η δεύτερη η παράσταση «Μήνις, η επανάσταση του καναπέ», που παρουσιάστηκε τον περασμένο Μάιο στον ίδιο χώρο και επιστρέφει, ανανεωμένη, από τις 26 Οκτωβρίου στο Bios Tesla.
Στο έργο «δυο νέα κορίτσια παγιδευμένα στα ίδια -με τις προηγούμενες γενιές- στερεότυπα που οδήγησαν μια ολόκληρη χώρα στην πνευματική κατάρρευση. Καθισμένες σε έναν καναπέ ξεδιπλώνουν όλη την σύγχρονη ελληνικότητα ως κάτι πεπερασμένο, ως κάτι που δε λέει να αλλάξει. Μια οργή που στρέφεται μέσα μας και μας τρώει τα σωθικά. Ακατάσχετη πολυλογία και μια κριτική σε εμάς τους ίδιους που δεν μπορούμε να βγούμε από το βάλτο που έχουμε βυθιστεί -ή μάλλον γεννηθήκαμε βυθισμένοι. Μια γενιά που έχει χρέος να ακουστεί. Ή τουλάχιστον να προσπαθήσει. Η γενιά του καναπέ».

Κυρία Βλάχου, γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στην Καρδίτσα. Οι ελληνικές επαρχιακές πόλεις δεν φημίζονται για τον πλούτο των πολιτιστικών τους εκδηλώσεων. Ποια ήταν τα ερεθίσματα που σας οδήγησαν στο θέατρο; Προφανώς τα ερεθίσματα ήταν ελάχιστα. Από μικρή ωστόσο είχα την τάση να γράφω, έπαιζα πολύ συχνά μόνη μου, έφτιαχνα ολόκληρες ιστορίες, ονειροπολούσα. Επίσης υπήρχε ακόμα λίγη καλή τηλεόραση, με αρκετά ποιοτικές σειρές. Και οι γονείς μου πιστεύω πως υπό άλλες συνθήκες κι αν είχαν άλλα ερεθίσματα θα γίνονταν τεράστιοι κωμικοί.

Υπάρχει πραγματικά οργή που σιγοβράζει στη γένια του καναπέ; Μήπως τα μέλη αυτής της γενιάς έχουν ήδη παραιτηθεί πλήρως; Δε νομίζω πως έχουμε παραιτηθεί. Πιστεύω έχουμε εγκλωβιστεί. Υπάρχει οργή, αλλά εκτονώνεται με το λάθος τρόπο. Ενώ σαν γενιά μεγαλώσαμε ιδανικά ως προς τα πρακτικά ζητήματα, ωστόσο δε μάθαμε τίποτα για την ψυχή, το πνεύμα, τα συναισθήματα. Και νομίζω αυτό γιατί συμπέσαμε με τη γενιά των γονιών μας που ήρθαν με πολλή φόρα και βιαστικοί για να “μη μας λείψει τίποτα”.

Γιατί θελήσατε να επεκτείνετε την προβληματική της παράστασης που παρουσιάσατε πέρυσι; Ποια είναι η «φασαρία που δημιουργούμε καθημερινά στο σώμα για να μην έρθουμε αντιμέτωποι με τον εαυτό»; Αρχικά πέρυσι δεν ένιωσα να ολοκληρώνεται ο κύκλος του πρότζεκτ. Φέτος -λίγους μήνες μετά δηλαδή- ωρίμασε περισσότερο και η όλη ιδέα. Φασαρία είναι ό,τι κάνουμε προκειμένου να μη μας δούμε. Αυτό μπορεί να είναι από το να έχω κολλήσει με την εικόνα μου και να προσπαθώ να την τελειοποιήσω μέχρι το να διαβάζω ή να το παίζω ψαγμένος με μόνο σκοπό να γίνω αποδεκτός. Και το μόνο που γίνεται είναι να φανατιζόμαστε με αυτό που έχουμε φτιάξει και να σνομπάρουμε οτιδήποτε άλλο. Δεν είμαστε δα και το κέντρο του κόσμου. Ο κόσμος – με την ευρύτερη έννοια- είναι το κέντρο μας.

Τι σας έχει γοητεύσει στη σκηνοθεσία; Με γοητεύει γενικότερα το Θέατρο και η δυναμική του. Πόσο μάλλον να το κατασκευάζεις μόνος σου με ό,τι έχεις και ειδικά αν συνεργάζεσαι με ανθρώπους που συνεννοείσαι απλά και καθαρά. Μπορείς να αποδόσεις τη ζωή προσπαθώντας να είσαι όσο πιο κοντά γίνεται στον τρόπο που υπάρχουμε μέσα σε αυτήν.

Ποια είναι τα επόμενα επαγγελματικά σχέδιά σας; Δεν έχω σκεφτεί ακόμα κάτι πολύ συγκεκριμένο, αλλά υπάρχει μια τάση σε κάτι νέο, σχετικά απροσδιόριστο ακόμα.
Πηγή: Tospirto