Tuesday, April 16, 2024
spot_img
HomeΣυνεντεύξειςΣυνέντευξη του Δημήτρης Λάλος

Συνέντευξη του Δημήτρης Λάλος

Δεν έχω λεφτά, αλλά έχω σκοπό».

Στη σκηνή του Tempus Verum, ένα κορίτσι όχι πάνω από 20 χρονών, μελαχρινό κι αδύνατο, αγχωμένο, φορτισμένο, συγκινημένο – όλα αυτά μαζί – προβάρει το κομμάτι που έχει ετοιμάσει για τις αυριανές εξετάσεις στη δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου. Κι ο Δημήτρης Λάλος, ο δάσκαλος και «γυμναστής» της, απέναντι της να την διορθώνει, να την καθησυχάζει, να την εμψυχώνει• όπως οφείλει να κάνει κάθε καλός δάσκαλος.
Έχουν αλλάξει οι προτεραιότητες του Δημήτρη Λάλου τα τελευταία χρόνια. Διδάσκει συστηματικά, σκηνοθετεί, έχει δημιουργήσει γύρω του μια ομάδα νέων ηθοποιών με αποκορύφωμα το τόλμημα να στεγαστεί σ’ ένα δικό του θέατρο, το παλιό Εν Αθήναις, βαφτισμένο πια σε «Tempus Verum». Και να ‘μαστε εδώ, στην καρδιά της Ιάκχου στο Γκάζι, κάτω από το ζεστό φως μιας καταπακτής, με τα πατώματα να μυρίζουν βερνίκι – και με τα χέρια του Λάλου να έχουν βάψει αυτά τα πατώματα – να μιλάμε για τα όνειρα και τη νιότη που δεν μπορούν να περιμένουν.

Πότε άρχισες να επεξεργάζεσαι την ιδέα να αυτονομηθείς στη δική σου σκηνή;
Αν ήταν τελείως λογική η σκέψη δεν νομίζω ότι θα προχωρούσα σ’ αυτή την απόφαση. Περισσότερο ήταν ανάγκη και λιγότερο σκέψη. Όταν άρχισα να οργανώνω μαθήματα στο εργαστήρι και παρατηρούσα αυτά τα παιδιά που ήταν τόσο ταγμένα σε όσα κάναμε, σκεφτόμουν πως κάπως έπρεπε να αξιοποιήσω αυτό το δυναμικό. Έτσι ξεκίνησε η συνεργασία με την «Ακαδημία Πλάτωνος» και τις δύο σκηνοθεσίες μου στο «Τάβλι» και τη «Στέλλα». Κι ύστερα θέλησα να το στεγάσω όλο αυτό. Ήταν δηλαδή, σαν να οδήγησε η δυναμική των γύρω μου.

Και η δική σου δυναμική;
Μετά από 15 χρόνια στο «Επί Κολωνώ» δεν ήξερα τι σημαίνει να περιφέρομαι ως ηθοποιός από το ένα θέατρο στο άλλο. Εδώ λοιπόν εντάχθηκα ομαλά. Επιδιώκω να βρίσκομαι κάπου, όχι απλώς για να παίξω, αλλά για να υπάρξω μέσα από όλες τις λειτουργίες του θεάτρου.

Δεν συναντάμε συχνά ηθοποιούς της γενιάς σου με αυτή τη διάθεση.
Γιατί, συχνά, οι ηθοποιοί καλομαθαίνουν μέσα σε θιάσους. Θυμάμαι πως την πρώτη φορά που συνεργάστηκα με το Εθνικό, στην «Δυτική Αποβάθρα», κατά τη διάρκεια μιας σκηνής, πετούσα το ρούχο που φορούσα κάτω. Κι ύστερα το έβρισκα στην ντουλάπα μου, κάποιος άλλος φρόντιζε γι’ αυτό. Δεν έπρεπε δηλαδή να το μαζέψω εγώ και μου φαινόταν τρελό.

Κι εδώ, στο Εν Αθήναις έχεις αφήσει παντού τα δαχτυλικά σου αποτυπώματα;
Ναι, από το να τριφτούν τα πατώματα και να βαφτούν με βερνίκι μέχρι την ηλεκτρολογική εγκατάσταση και τη διαμόρφωση των κοινόχρηστων χώρων.

Με αυτή την έννοια αισθάνεσαι πιο πλήρης σαν καλλιτέχνης;
Δεν ξέρω αν αυτό με κάνει πλήρη καλλιτέχνη αλλά σίγουρα είναι μιας πλήρης απασχόληση. Κάνω και το σφουγγάρισμα στο θέατρο – ειλικρινά. Στα εργαστήρια που οργανώνω ξεκινάμε με το καθάρισμα του χώρου. Ζω το χώρο από την αρχή του.

Στα πιο στοιχειώδη τώρα, αψήφησες το οικονομικό ρίσκο.
Ναι, ξεκίνησα μια τρέλα. Αν τα βάλω κάτω θα με πιάσει πανικός. Δεν είμαι παιδί πλουσίων, οι γονείς μου έχουν υπάρξει οικονομικοί μετανάστες. Όταν όμως μπήκα μέσα σ’ αυτό, άρχιζε να με παρασύρει. Είπα «θα ξεκινήσω κι ότι γίνει». Δεν έχω λεφτά δηλαδή, αλλά έχω σκοπό. Και γύρω από ένα σκοπό συσπειρώνονται και συμπορεύονται άνθρωποι. Έχω ένα σκοπό πάνω από μένα κι όσοι το αντιλαμβάνονται αυτό, με ακολουθούν. Συμβαίνουν δηλαδή, πράγματα που δεν είχα φανταστεί• βρέθηκαν άνθρωποι που θέλησαν να χρηματοδοτήσουν αυτό που κάνω, κατάλαβαν το επείγον του πράγματος. Αισθάνομαι λες κι έχω πέσει ήδη μέσα στη φωτιά, καίγομαι και κάνω νοήματα στους ανθρώπους. Όπως λέει και ο Αρτό ο ηθοποιός όταν είναι πάνω στη σκηνή μοιάζει μ’ εκείνον που καίγεται στην πυρά και δίνει σήματα γι’ αυτό που βιώνει.

Πώς θέλεις να… «καείς» λοιπόν; Ιδανικά πώς φαντάζεσαι την πορεία του Tempus;
Θέλω να μπορέσω να δημιουργήσω μια κοινή γλώσσα. Δεν ξέρω πως θα πρέπει να το ονομάσω για να μην παρεξηγηθώ: Ρεύμα, σχολή, χώρο σκέψης, φυτώριο. Θέλω εδώ να οριστεί ένα μέρος όπου κανείς μπορεί να συγχρωτιστεί, να δημιουργήσει. Θέλω να μπορώ να βλέπω αληθινά πράγματα να συμβαίνουν. Να γίνει ένα ερευνητήριο αλήθειας. Ακόμα και το όνομά του δηλαδή, «Tempus Verum» σημαίνει «Ο καιρός της αλήθειας». Σαν να έχει έρθει ο καιρός της αλήθειας λοιπόν.

Τι είναι αλήθεια για σένα στην Τέχνη;
Η αλήθεια, όπως λέει και ο Πυθαγόρας, έχει να κάνει με τον συγχρονισμό των πλανητών και των ήχων που αυτοί βγάζουν. Κι εμείς απλά δεν τους ακούμε ακριβώς επειδή γεννηθήκαμε. Έτσι, προσωπική αλήθεια για μένα είναι το πως μπορείς να τοποθετήσεις τον εαυτό σου μέσα σε αυτούς τους ήχους – το δικό σου ήχο μέσα σε αυτούς τους ήχους. Και το Tempus Verum είναι ένας ήχος που πρέπει να τοποθετηθεί σωστά στη γειτονιά, στο Γκάζι, στην πόλη, στη χώρα, στην ήπειρο, στο ηλιακό σύστημα. Κάπως έτσι θα περάσουν τα χρόνια.

Τι θέλεις να λέμε γι’ αυτό το θέατρο σε μερικά χρόνια;
Το ερώτημα είναι ακόμα ανοιχτό. Νομίζω πάντως ότι θέλω εδώ να φιλοξενείται μια αληθινή και ποιοτική δουλειά πάνω στο θέατρο. Η απλότητα, η αλήθεια είναι ακαταμάχητη. Τι θέλω λοιπόν για τα επόμενα χρόνια; Να είμαστε εδώ, να συνεχίσουμε να υπάρχουμε. Θυμάμαι πως όταν έγραφα το μανιφέστο του θεάτρου ξεκινούσα το κείμενο με μια απορία: «Μπορεί να υπάρξει ζωή χωρίς την Τέχνη;».

Αισθάνεσαι ότι ο κόσμος έχει συνειδητοποιήσει το ρόλο που διαδραματίζει η Τέχνη στη ζωή του;
Δεν χρειάζεται πάντα να ξέρουμε τι ακριβώς μας συμβαίνει. Δεν χρειάζεται να ξέρουμε πόσο σημαντικά είναι κάποια ιχνοστοιχεία μέσα στο σώμα μας για να λειτουργήσουμε – παρότι τα λαμβάνουμε καθημερινά τρώγοντας. Οι άνθρωποι λοιπόν, μπορεί να μην καταλαβαίνουν την επίδραση της τέχνης, όμως πηγαίνουν σινεμά, διαβάζουν βιβλία, κάθονται γύρω από τη φωτιά και λένε ιστορίες. Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν χρειαζόμαστε την Τέχνη; Ότι μπορούμε να ζούμε μόνο με φαγητό και ύπνο;

Έχεις την αυτοπεποίθηση ότι αφηγείσαι ωραία ιστορίες;
Καταρχάς έχω την αυτοπεποίθηση ότι υπάρχουν ιστορίες για να ειπωθούν. Δεν νιώθω ότι έχω μια δική μου ιστορία να πω. Κι από εκεί και πέρα κάποιες ναι, τις λέω καλά.

Ονειρεύεσαι να αφήσεις ένα καλλιτεχνικό στίγμα διηγήσιμο;
Ωραίο θα ήταν κάποιος να πει «είδες τι έκανες αυτός; Άνοιξε θέατρο». Αυτό δεν κάνεις κι εσύ τώρα; Επικοινωνείς την ιστορία αυτής της πρωτοβουλίας.

Αισθάνεσαι δηλαδή, ότι με αυτή τη χειρονομία δίνεις ένα τόνο δημιουργικότητας στους ανθρώπους της γενιάς σου;
Είναι μια δήλωση ύπαρξης. Από έναν άνθρωπο που δεν χρειάζεται να μεγαλώσει άλλο για να αναλάβει την καλλιτεχνική ευθύνη ενός θεάτρου. Πόσο χρονών πρέπει να γίνει κάποιος για να κάνει πραγματικότητα το στόχο του;

Αισθάνεσαι να σε βαραίνει η ευθύνη;
Βέβαια. Είναι κάποιες στιγμές – πολύ λίγες έως τώρα – που κάνω πίσω και αναρωτιέμαι για όλα αυτά.

Είναι μεγαλύτερη η ευθύνη ή η ελευθερία;
Η μεγάλη δύναμη φέρνει και μεγάλη ευθύνη. Εδώ θα φανεί πραγματικά τι μπορώ να κάνω γιατί δεν έχω κανέναν να με προστατεύσει. Πρέπει εγώ να παίρνω την απόφαση για το τι είναι τελικά καλύτερο.

Ως δάσκαλος;
Και ως δάσκαλος. Δεν θέλω να παίζω και παράλληλα να σκηνοθετώ. Θέλω να είμαι στο σκοτάδι. Εκεί κάνω την έρευνα μου κι εκεί αναπτύσσεται το κομμάτι του καθοδηγητή, του δασκάλου. Σ’ αυτό το δίπτυχο θέλω να σταθώ.

Και τον ηθοποιό πού θα τον διοχετεύσεις;
Στον κινηματογράφο – επιτέλους. Σχεδιάζω μάλιστα να φτιάξω κι ένα στούντιο κινηματογράφου, εδώ στο Tempus Verum. Εξάλλου, όλη μου η κλασική εκπαίδευση έχει στηριχτεί στη μέθοδο του Στανισλάφσκι και τoυ Actors Studio και είναι η μόνη που μπορεί να συμβαδίσει με τις ανάγκες υποκριτικής στον κινηματογράφο.

Δείχνεις λοιπόν, εμπιστοσύνη στη νεότερη γενιά. Το δηλώνεις και με την πρώτη σου σκηνοθεσία στο Tempus Verum, την «Αρρώστια της νιότης».
Ναι. Μέσα στο έργο γίνεται λόγος για την αρρώστια των νέων να μην έχουν ένα στόχο. Ο Μπρούκνερ γράφει πριν ο Χίτλερ αναλάβει την Καγκελαρία και βάλει τη νεολαία σε «στόχο», παρότι στόχος εδώ είναι μια άκρως επικίνδυνη ιδέα. Είναι, πράγματι, κοινωνική ασθένεια να μην συντονίζεται τόση ενέργεια προς κάτι ωφέλιμο.

Με αυτή την έννοια, νοσεί η νέα γενιά;
Κάθε φορά που μιλάμε για τα αδιέξοδα της νέας γενιάς στην οικονομική κρίση, σκέφτομαι μια ιστορία που μου έλεγε ο πατέρας μου, όταν έβλεπε νέους να σκουπίζουν το μέτωπο τους από τις ψείρες, γιατί δεν μπορούσαν να δουν. Ήταν τόσες πολλές οι ψείρες, τόση η φτώχεια και η κατάντια. Σκέψου λοιπόν, εκείνη τη νεολαία. Σίγουρα ζούμε μια άσχημη κατάσταση κι ειδικά όταν τρέχει κάτι γύρω μας βιώνουμε πιο έντονα το δράμα του. Όμως και πάλι δεν εξηγείται αυτή τη στασιμότητα.

Πώς αντιλαμβάνεσαι τη νεότητα;
Να είσαι ταλαντούχος, νέος, όμορφος, λαμπερός και το μέλλον να είναι όλο μπροστά σου. Όλη η ευτυχία να είναι μαζεμένη εκεί.

Συνειδητοποιεί την ευτυχία του ο νέος;
Όχι. Ζει ερήμην αυτής. Και είναι έτοιμος για τα πάντα.

Κινείσαι ακόμα σε mode νεότητας;
Ναι, νομίζω ότι ακόμα βρίσκομαι εκεί. Την περίμενα αυτή την ηλικία, να συνδυάζεις την σπιρτάδα, τη φωτιά της νεότητας και την ωριμότητα των χρόνων. Είναι από τις πιο ουσιαστικές περιόδους στη ζωή του ανθρώπου. Έχω ακόμα τη δύναμη να τρέξω παντού, να σηκώσω στα χέρια ένα φορτίο μέχρι να δω κάτι αλλιώς, να δεχτώ μιαν άλλη αλήθεια.

Έχεις και το όνειρο;
Η ονειροπόληση της νεότητας χάνεται νωρίς. Στην αρχή νομίζεις ότι θα κατακτήσεις ολόκληρο τον κόσμο, μετά ένα μέρος του κόσμου και στο τέλος ένα μικρό, τόσο δα χώρο. Ονειρεύομαι αλλά σε μικρότερη κλίμακα.

 

Πηγή: tospirto

 

RELATED ARTICLES

Most Popular

WE RECOMMENT FOR YOU