Home Uncategorized Είδα το “Himmelweg” σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη

Είδα το “Himmelweg” σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη

0

Το «Himmelweg» είναι ένα θεατρικό αριστούργημα, ένα μάθημα ζωής, μια παράσταση από την οποία φεύγεις ταυτόχρονα συγκλονισμένος και βαθιά προβληματισμένος!

«Όλοι οι άνθρωποι θέλουν να ξέρουν για τι ελπίζουν»…*

Ο Μπέρτολντ Μπρεχτ εξέλιξε το επικό θέατρο και τη διάσημη «αποστασιοποίησή» του στοχεύοντας αφενός, στην απομάκρυνση του θεατή από το συναίσθημά του και αφετέρου, στη συνακόλουθη χρήση της λογικής, που θα τον οδηγούσε στην εξαγωγή των πολιτικών-κοινωνικών μηνυμάτων που ενυπήρχαν στις παραστάσεις του. Η παράσταση που σκηνοθέτησε η Έλενα Καρακούλη, με τίτλο «Himmelweg» (ή «Ο δρόμος για τον ουρανό»), στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών 2019, έπαιξε με τα μπρεχτικά θεατρικά σημεία (π.χ. χρήση εμβόλιμων βιντεο-προβολών, χωρισμό της παράστασης σε κεφάλαια, κατάλυση της θεατρικής ψευδαίσθησης κα.), ενώ παράλληλα έκλεισε το μάτι τόσο στο πιραντελλικό θέατρο, όσο και στο θέατρο-ντοκουμέντο αντλώντας από την δεξαμενή της ιστοριογραφίας. Και αν όλα αυτά μοιάζουν αταίριαστα, μπερδεμένα ή αλληλοσυγκρουόμενα, το αποτέλεσμα διαψεύδει ένα τυχόν ανάλογο συμπέρασμα: το «Himmelweg» είναι ένα θεατρικό αριστούργημα, ένα μάθημα ζωής, μια παράσταση από την οποία φεύγεις ταυτόχρονα συγκλονισμένος και βαθιά προβληματισμένος!
Το έργο του Ισπανού Χουάν Μαγιόρκα εκκινεί από μια αληθινή ιστορία: ένας Ισπανός, εκπρόσωπος του Ερυθρού Σταυρού, επισκέπτεται ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης στην ναζιστική Γερμανία του 1944. Μετά την επίσκεψή του καλείται να γράψει αναφορά, σχετικά με τα όσα είδε. Σημειώνει, όπως μας λέει, όσα είδε και άκουσε, διαψεύδοντας την ύπαρξη θαλάμων αερίων, ρακένδυτων και δυστυχισμένων ανθρώπων, ή απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης. Καθώς μας εξιστορεί όμως όσα είδε και όσα όντως συνέβησαν, κατά την επίσκεψή του εκεί, αρχίζει να διατυπώνει τις αμφιβολίες του για τα όσα ένιωσε και, κυρίως, για τα όσα δεν είδε…
Η σκηνοθεσία της Έλ. Καρακούλη παρέλαβε ένα δραματουργικά άρτιο και ενδιαφέρον κείμενο, στο οποίο μπόρεσε να δώσει ψυχή και πολλαπλά νοήματα. Έπαιξε με την «αλήθεια» και τα «φαινόμενα», ενώ ταυτόχρονα απέσπασε το κείμενο από τον βασικό θεματικό του πυρήνα και το ανύψωσε μιλώντας για τις διακρίσεις, την κακομεταχείριση ανθρώπου από άνθρωπο, την αδιαφορία και τη φιλαυτία. Η σκηνοθέτις χρησιμοποιώντας επίσης το πιραντελλικό παιχνίδι του ‘θεάτρου μέσα στο θέατρο’, στόχευσε στο κοινό της, συμπεριλαμβάνοντάς το στα επί σκηνής τεκταινόμενα. Έτσι, όταν ο Γερμανός αξιωματικός ζητάει να ανάψουν τα φώτα στην πλατεία, μετατρέπει το κοινό σε συμμέτοχους, οι οποίοι κοιτάζουν βουβοί χωρίς να αντιδρούν, σε ένα προμελετημένο έγκλημα. Η Έλ. Καρακούλη υπογραμμίζει λοιπόν τη σύγχρονη αδράνεια και απραξία της κοινωνίας μας, η οποία, καθισμένη άνετα στην ασφάλεια του σπιτιού της, παρακολουθεί μέσα από τους τηλεοπτικούς της (και όχι μόνον) δέκτες σύγχρονες τραγωδίες.
Η παράσταση κερδίζει τον θεατή της από το πρώτο ακόμα λεπτό. Πρώτος εμφανίζεται ο Θανάσης Δήμου, στο ρόλο του εκπροσώπου του Ερυθρού Σταυρού, και μολονότι έχει έναν εκτενή μονόλογο (20 περίπου λεπτών), καταφέρνει να κερδίσει το κοινό, το οποίο κυριολεκτικά κρέμεται από τα λόγια του! Ο Θ. Δήμου, εξαιρετικός στο ρόλο του, προϊδεάζει για ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει… Η εμφάνιση του Νίκου Ψαρά (Αξιωματικός των Ναζί) μας τοποθετεί δραματουργικά στην καρδιά του έργου. Ο Ν. Ψαράς καταφέρνει, με υποκριτική ακρίβεια και εξαίσιο χειρισμό όλων των υποκριτικών του μέσων, να αποδώσει την ψυχρότητα, την απάνθρωπη συνέπεια και την σχιζοφρενική αλαζονεία του ήρωα του. Ώριμος υποκριτικά, παραδίδει έναν εξαιρετικό ρόλο. Ο Δημήτρης Παπανικολάου (Εβραίος διερμηνέας) αποδίδει με μαεστρία την απόγνωση, την απελπισία, τον πόνο αλλά και την προσπάθεια του ανθρώπου για αντίσταση και ελευθερία. Σπαρακτικός στην τελευταία σκηνή με την μικρή του κορούλα, κατάφερε να προσωποποιήσει την απόγνωση και τη δυστυχία όλων των ανθρώπων που υπέφεραν (και δυστυχώς υποφέρουν) λόγω άλλων ανθρώπων.
Η σκηνογραφία, αλλά και η ενδυματολογική επιμέλεια (Εύα Νάθενα), πρόσθεσαν σημαντικά στην προσεκτικά στημένη σημειολογία της παράστασης. Οι βαλίτσες-ντόμινο, λόγου χάρη, που τοποθετήθηκαν στη σκηνή και έπεφταν η μία μετά την άλλη, υπογράμμισαν τη μοίρα όσων βρέθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της ναζιστικής Γερμανίας και χάνονταν διαδοχικά, καθώς έπεφταν στον θάνατο, ακριβώς όπως αυτές οι βαλίτσες. Εξαιρετικοί επίσης οι φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου, καθώς και η τόσο συγχρονισμένη και έντονη κινησιολογία (Φαίδρα Σούτου) που κατείχε ιδιαίτερο ρόλο στην παράσταση, αναδεικνύοντας τη σημασία των κινήσεων στο παιχνίδι του ψεύδους.
Το τέλος της παράστασης, καθώς και οι πληροφορίες της αληθινής ιστορίας από την οποία εμπνεύστηκε ο συγγραφέας του έργου, μπήγουν το μαχαίρι βαθιά μέσα στην καρδιά του θεατή. Στο πρόσωπο της μικρής κόρης του Εβραίου διερμηνέα, που ερμηνεύει αφοπλιστικά η μικρούλα Έλλη Παπανικολάου με τη μαγευτική φωνή, αντιπροσωπεύεται το μέλλον όλων των αθώων παιδιών που έχουν, κατά καιρούς, βασανιστεί, θανατωθεί και αδικηθεί από τις μισαλλοδοξίες και την εχθρότητα των ενηλίκων. Με την ελπίδα και την ευχή να μην επαναληφθούν, ει δυνατόν ποτέ, τέτοιες ή και μικρότερες ακόμα θηριωδίες, αλλά και με την επίγνωση ότι ήδη συμβαίνουν αρκετές ανάλογες πράξεις, έφυγα από την έξοχη αυτή παράσταση με πολλές σκέψεις να κατακλύζουν το μυαλό μου και με ακόμα περισσότερα συναισθήματα να κυριεύουν την καρδιά μου.
Μην την χάσετε!

Πηγή : Tospirto