Home Uncategorized Συντευξη του Δημήτρη Λιγναδή

Συντευξη του Δημήτρη Λιγναδή

0

Ενα αλληγορικό παραμύθι…

Ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν ξέρει αν αυτό που ζει στο θέατρο, με το θέατρο, είναι αγάπη ή εθισμός. Έχοντας μία σπουδαία καλλιτεχνική πορεία δεν μπορεί να γίνει αυτιστικός με την τέχνη του, αλλά ούτε και να περιορίσει τη ζωή του στη μεγάλη του αγωνία για την θεατρική παράσταση «Πέερ Γκυντ»… «Στη διπλανή μου πόρτα κάποιος άλλος έχει αγωνία για το πώς θα ζήσει , στην πιο δίπλα ένας χειρουργός έχει να κάνει-αύριο το πρωί- μία επείγουσα εγχείριση. Δε βλέπω μόνο το ράφι που είναι το θέατρο, ανοίγει η εικόνα και βλέπω μια μεγάλη ραφιέρα. Εγώ βρίσκομαι στο ράφι του θεάτρου, αλλά δεν υποτιμώ όλα τα υπόλοιπα».
Σημαντικός και πολύτιμος εκ των πραγμάτων φαίνεται και είναι ένας ρεαλιστής καλλιτέχνης που αξίζει να δίνεις σημασία σε αυτόν και το έργο του… δια παντός.

Πώς προέκυψε ο «Πέερ Γκυντ», τι ήταν αυτό που σας οδήγησε στο να σκηνοθετήσετε το έργο και παράλληλα να βρεθείτε πρωταγωνιστής στην ιστορία του;
Είναι ένα έργο που το είχα διαβάσει πολύ μικρός. Έφηβος ήμουν τότε, δίχως να έχω στο μυαλό μου ότι θέλω να γίνω ηθοποιός. Μου άρεσε πάρα πολύ. Πέρασαν τα χρόνια, ακολούθησα το δρόμο του ηθοποιού και του σκηνοθέτη και – με κάποιο τρόπο- ο Πέερ Γκυντ ήταν πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Ενώ άλλα έργα έρχονταν και παρέρχονταν -σαν επιθυμίες- αυτό έμενε εκεί πέρα… πεισματικά. Μου δόθηκε λοιπόν η ευκαιρία να το κάνω φέτος στη σκηνή του Εθνικού.

Τι συντηρούσε την επιθυμία, όλα αυτά τα χρόνια;
Το κείμενο είναι μία πρόκληση… θεματικά. Πιάνει πολλά κεφάλαια της κοινωνίας, της πολιτικής, της θρησκείας, του ανθρώπινου εγώ και της αγάπης. Την ίδια στιγμή και ως θέαμα έχει σημαντικές ιδιαιτερότητες. Εχει πάρα πολλούς ηθοποιούς, πολλά σκηνικά και μία διάρθρωση που μόνο θέατρο δεν θυμίζει, θυμίζει ένα ποιήμα. Άρα και ως θέμα και ως θέαμα έχει πολλές προκλήσεις αυτό το έργο. Σας ανέφερα κάποια ενδεικτικά. Σκηνοθετικά πάλι έχει πολλές απαιτήσεις. Σκεφτείτε μόνο ότι η διάρκειά του είναι κανονικά πέντε ώρες και εμείς το κάναμε δυόμιση. Παρ’ όλα αυτά αποφάσισα να «χτυπηθώ» μαζί του αφού αφορά- σε μεγάλο βαθμό- τις δικές μου αγωνίες, τα δικά μου θέλω που επιθυμώ να βγάλω προς τα έξω.

Τα δικά σας θέλω και οι αγωνίες σας ποια είναι, αυτή την εποχή;
Οι μεγάλες αγωνίες δεν αλλάζουν, δεν έχουν να κάνουν με το επικαιρικό στοιχείο. Απεναντίας όσο μεγαλώνει κάποιος τόσο οι αγωνίες του γίνονται υπαρξιακές και όχι επικαιρικές. Δεν έχει να κάνει με την ύπαρξη της κρίσης, ή με κάποιους ηλίθιους που κάνουν ασκήσεις επανάστασης στα Εξάρχεια, ή αν… ή αν… Αυτά είναι μεγάλα και θλιβερά προβλήματα, αλλά δεν αποτελούν τα βαθύτερα προβλήματα του εγώ μου. Όταν κάποιος μεγαλώνει βλέπει τη ματαιότητα των πραγμάτων. Τα προβλήματά του γίνονται «ποιος είμαι, ποιος ήμουν και που πάω». Τα προβλήματά μου τα εποχιακά είναι ότι δεν έχω λεφτά, δεν έχει ο κόσμος να φάει, αυτό είναι άλλο πράγμα… δεν είναι υπαρξιακό πρόβλημα αυτό.

Έχετε απάντηση στο «ποιος είστε, ποιος ήσασταν και που πηγαίνετε;»
Όχι βέβαια, ευτυχώς όχι. Ο κάθε άνθρωπος έχει αυτή την ερώτηση και κάθε καλλιτέχνης- μέσα από τους ρόλους- θέλει να τη βγάλει προς τα έξω. Και αυτό το έργο, ο «Πέερ Γκυντ» είναι ένα ιδανικό όχημα. Έχει να κάνει με το «ποιος είμαι, που πάω, νόμιζα ότι ήμουν κάποιος άλλος. Είμαι, έγινα τα ψέματα που έχω πει».

Ο εαυτός μας ανήκει ή ανήκουμε σε κάποιους άλλους;
Αυτό είναι ακριβώς το νόημα του έργου, νομίζουμε ότι ο εαυτός μας, μας ανήκει. Αλλά ο εαυτός μας δεν είναι τίποτα άλλο παρά οι ρόλοι, τα ψέματα και οι αγωνίες που έχουμε ζήσει. Αντίθετα ο εαυτός μας, ως συναίσθημα όχι ως ανάγκη, ανήκει στον άλλον. Αυτό το έχει πει ο Χριστός αν και οι θρησκείες έχουν διαστρεβλώσει λίγο τα πράγματα. Όπως και να ‘χει το νόημα του έργου είναι ότι «αυτό που μου αποκαλύπτει τον εαυτό μου είναι ο άλλος δια της αγάπης και μόνο».

Υπάρχουν θρησκείες, υπάρχει και η πολιτική. Δύο θέματα, δύο σημαντικά στοιχεία στη ζωή κάθε ανθρώπου.
Ας αφήσουμε τη θρησκεία απ’ έξω γιατί είναι θέμα πίστης και εγώ πιστεύω. Η πίστη δεν αποδεικνύεται γι’ αυτό λέγεται πίστη και όχι γνώση. Δεν ξέρω πόσο καλός Χριστιανός είμαι, αλλά πιστεύω. Την ίδια στιγμή δεν περιμένω από τη θρησκεία να μου λύσει τα προβλήματά μου. Όσον αφορά στην πολιτική. Τη ζωή των ανθρώπων την ελέγχουν δύο και μόνο δυνάμεις, η φύση και η ηθική. Η φύση λέει ότι ο δυνατότερος κλέβει την τροφή του ασθενέστερου, σκοτώνει τον ασθενέστερο. Η ηθική ήρθε στη ζωή των ανθρώπων για να βάλει κάποια όρια και την ίδια στιγμή να θέσει τις αξίες που υποτίθεται ότι πρέπει να υπηρετεί η πολιτική. Τι συμβαίνει; Ο άνθρωπος σήμερα συζεί με το διπλανό του, αλλά δεν συνυπάρχει. Δεν υπάρχει μία εθνική ή κοινωνική συνείδηση. Είμαστε απλώς άτομα που συζούμε με κάποια άλλα άτομα. Την ίδια στιγμή, πολιτικά, ζούμε την πιο ζοφερή και χωρίς ελπίδα φάση της Ελλάδας. Η κυβέρνηση είναι ένα ανεκδιήγητο συνονθύλευμα, έτσι νιώθω, και υπάρχει ένα χάος. Ο καθένας λέει και ξελέει ό,τι θέλει , εμείς τρώμε αμάσητα τα όνειρα που έχουν διαψευσθεί, σαν χαστούκια, σαν σκατά στη μούρη. Κάποιοι, λίγο πιο τολμηροί λένε «φταίω και εγώ», κοιτάζοντας τον εαυτό τους στον καθρέφτη. Μετά περιφέρουν τη διάγνωσή τους χωρίς να προχωρούν σε κάποια θεραπεία… και το έργο συνεχίζεται.

Και κάπου εκεί υπάρχει ένα έργο, ένα παραμύθι, όπως ο «Πέερ Γκυντ». Θα κάνει το θεατή να ξεχαστεί για δυόμιση ώρες, θα του χαρίσει κάτι;
Δεν υποτιμώ καθόλου το να ξεχαστεί για δυόμιση ώρες. Όλα τα έργα όταν ανεβαίνουν για κάποιο λόγο και ανεβαίνουν σωστά, από τα πιο σύγχρονα μέχρι τα πιο κλασικά, έχουν κάποιο λόγο. Ο θεατής πηγαίνει να τα δει γιατί είτε θέλει να δει μια φέτα της ζωής του, είτε γιατί θέλει να γελάσει, είτε θέλει να του γαργαληθεί να του ερεθιστεί το μαλακό υπογάστριο εκεί κάτω. Ο «Πέερ Γκυντ» είναι ένα αλληγορικό παραμύθι, η φλούδα του μοιάζει παραμύθι, αλλά είναι μια αλληγορία. Δείχνει στον σύγχρονο δυτικό άνθρωπο έναν καθρέφτη. Την ίδια στιγμή ο αφηγητής που είμαι εγώ γυρνάει έναν καθρέφτη στον εαυτό του. Ανοίγω την ψυχή μου στον κόσμο, την αλήθεια ενός ανθρώπου.

Πόσο λυτρωτικό και δύσκολο είναι αυτό;
Είναι δύσκολη η «συνεργασία» του ηθοποιού, όταν ο ίδιος είναι ο σκηνοθέτης. Και ενώ λέω στον εαυτό μου ότι δεν θα το ξανακάνω, όλο κάτι γίνεται και το επαναλαμβάνω. Λυτρωτικό είναι μόνο με την ύπαρξη του θεατή, αν ο θεατής καταλάβει τον προβληματισμό, αυτό που του λέμε και αν το χαρεί τότε θα μπορούμε να μιλάμε για λύτρωση.

Σαν σκηνοθέτης πόσο εύκολο είναι να κουμαντάρετε όλη αυτή την παραγωγή; Γίνεστε σκληρός και απαιτητικός;
Είναι ωραίος ο τίτλος σκηνοθέτης και ηθοποιός, αλλά δεν τον δέχομαι γιατί είναι πολύ σοβαρός. Είμαι ένας που παίζει, είμαι και ένας που αν του δοθεί η ευκαιρία σκηνοθετεί. Προσπαθώ να γράψω ποιήματα, αλλά δεν έχω γίνει ακόμα ποιητής. Σκηνοθέτης και ηθοποιός είμαι μόνο για το δελτίο παροχής υπηρεσιών. Κάτι πρέπει να γράφει η σφραγίδα μου. Όμως ζω από αυτή τη δουλειά. Δεύτερον, είμαι πολύ απαιτητικός με τους συνεργάτες επειδή είμαι απαιτητικός με τον εαυτό μου. Δύσκολα μπορώ να κλειδώσω ένα απότελεσμα για να το προβάρω. Έχω τη διαστροφή να αλλάζω τα πάντα. Και ναι μεν υπάρχει η χαρά του παιχνιδιού, αλλά υπάρχει και η ανασφάλεια ότι τίποτα δεν μοιάζει σταθερό. Υπό αυτές τις συνθήκες χρειάζονται συνεργάτες πολύ ανεκτικοί σε εμένα και με μεγάλες αντοχές. Αυτό είναι ελάττωμα, ότι δεν κλειδώνω κάτι και συνεχώς το ψάχνω. Απο εκεί και πέρα έχω υπάρξει ηθοποιός και καταλαβαίνω τους συναδέλφους, δεν είμαι απέναντι, είμαι στην ίδια όχθη… μαζί τους. Τρίτον, έχω συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι αληθινός δημιουργός δεν είναι αυτός που γεννάει ιδέες, αλλά αυτός που πρέπει –κάποια στιγμή- να σκοτώσει τα 99 παιδιά του –που είναι οι ιδέες του, για να προχωρήσει το πιο δυνατό, ίσως όχι το πιο ωραίο, αλλά το πιο κατάλληλο.

Οι συνεργάτες είναι πιο δεκτικοί εξαιτίας του ότι είστε ο Δημήτρης Λιγνάδης;
Μπορεί και να ισχύει. Είμαστε πακέτα. Και στη ζωή μας, μπορεί σε κάποιους να μοιάζω πολύ γοητευτικός και σε κάποιους άλλους πολύ αντιπαθητικός, επειδή είμαι ο Δημήτρης Λιγνάδης. Όλοι έχουμε κάποιο πακέτο εξουσιών. Κάποιος επειδή είναι πολύ όμορφος, οπότε ό,τι πει το δέχονται οι άλλοι, κάποιος επειδή είναι πολύ πλούσιος ή επιτυχημένος. Θέλω να πιστεύω ότι οι συνεργάτες μου πέρα από τον καταναγκασμό του να κάνουν κάτι για να κολλήσουν κάποια ένσημα- που και αυτό το σέβομαι γιατί και εγώ έκανα πράγματα που δεν μου άρεσαν αλλά κάπως έπρεπε να ζήσω- μπορούν να εμπνέονται από εμένα.

Ποια είναι η πρώτη θεατρική ανάμνηση που σας οδήγησε σε αυτό που έχει καταφέρει μέχρι σήμερα;
Η πρώτη μου επαφή με το θέατρο ήταν… όσφρηση. Είχα μπει στο Κεντρικόν όπου έπαιζε η Λαμπέτη. Με είχε πάει η γυναίκα του θείου μου, που ήταν ηθοποιός και φίλη με τη Λαμπέτη. Πήγαμε λοιπόν στα καμαρίνια όπου μύριζε γλυκιά κλεισούρα και μακιγιάζ. Από τότε όταν έλεγα θέατρο μου ερχόταν αυτή η…όσφρηση. Μετά η μεγαλύτερη εικόνα που παρέμεινε χαραγμένη στο τετράδιο του μυαλού μου ήταν ο Μινωτής , στον «Οιδίποδα επί Κολωνώ», η πρώτη παράσταση που είδα στην Επίδαυρο.

Με αυτές τις αναμνήσεις, τι πιστεύετε ότι έχει αποδομήσει στο θέατρο μέχρι σήμερα και τι κρατάτε καλά στο μυαλό σας;
Κατ’ αρχάς δεν είχα ποτέ δομήσει σαν κάτι ιερό το θέατρο. Ήθελα –πάντα –να το βλέπω σαν ένα παιχνίδι. Ακόμα και αν πρωταγωνιστώ ή αν σκηνοθετώ, πηγαίνω ένα τέταρτο πριν την παράσταση. Δεν θέλω να του δίνω αυτή τη μεγάλη σημασία, ότι είναι κάτι σοβαρό ή ιερό. Έχω αποδομήσει- χωρίς να έχω δομήσει- την ίδια την ιερότητα του θεάτρου. Είναι απλώς η δουλειά μου, μια μεγάλη ευκαιρία να πουλάω- όχι να βγάζω- την ψυχή μου και από αυτό να ζω. Αλλά –όσο μεγαλώνω- έχω μάθει να βλέπω τη μεγάλη εικόνα. Τον τελευταίο μήνα κοιμάμαι πέντε ώρες την ημέρα γιατί ακόμα το «Πέερ Γκυν» εξακολουθεί να είναι ένα απόστημα που πρέπει να βγει, συνεχίζει να μου αντιστέκεται και δεν με αφήνει σε ησυχία. Ξυπνώντας λοιπόν για να δουλέψω ανοίγω τις ειδήσεις και βλέπω ότι το 2017 πέθαναν άνθρωποι, πνίγηκαν… γίνονται γύρω μου καταστροφές. Χειρότερο από αυτό… θα κλάψουμε, θα θρηνήσουμε, θα θυμώσουμε, θα καταραστούμε πάντα τους άλλους και μετά δεν θα κάνουμε τίποτα… θα μείνουμε άπραγοι. Αυτή η καταστροφή, αυτή η μεγάλη εικόνα με απασχολεί πιο πολύ από τον «Πέερ Γκυντ».

Για το τέλος μία φράση του έργου που σας συγκινεί ιδιαιτέρως.
Μία επωδός που λέει ο Πέερ Γκυντ… «Παντού και πάντα, όπου και αν κοιτάξω, η ίδια σκοτεινιά μέσα και έξω».

Πηγή : TOPSIRTO