Home Συνεντεύξεις Συντεύξη του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλος

Συντεύξη του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλος

0

«Θέλω να ολοκληρώσω τη θητεία μου εκτός κι αν δεν μου δοθεί η ελευθερία να το κάνω».

Στην οδό Ηπίτου 8, στα νέα γραφεία του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, έχει μόλις, επιστρέψει από το Παρίσι όπου για μια εβδομάδα συμμετείχε σε συναντήσεις με εξέχοντες πολιτιστικούς φορείς της Γαλλίας και παρακολουθούσε παραστάσεις – κάποιες από τις οποίες θα εντάξει στον προγραμματισμό της διοργάνωσης. Είναι χαρούμενος όχι μόνο γιατί έχει δρομολογήσει σημαντικές μετακλήσεις για τα φεστιβαλικά μας καλοκαίρια μέχρι το 2019 αλλά και γιατί το Ελληνικό Φεστιβάλ θα λειτουργήσει σαν συμπαραγωγός σε κάποια από αυτά τα καλλιτεχνικά γεγονότα• ενώ αναμένεται να προωθήσει άμεσα ελληνικές παραγωγές στο διασημότερο ευρωπαϊκό φεστιβάλ, αυτό της Αβινιόν.
Το ταξίδι διαδέχθηκε τη συνέντευξη τύπου όπου ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος εξέθεσε, με κάθε λεπτομέρεια, τα γεγονότα της νέας κρίσης στο Ελληνικό Φεστιβάλ. Επιστρέφοντας στην Αθήνα και στο καινούργιο ηλιόλουστο γραφείο του, η κατάσταση παραμένει στάσιμη – αν όχι οξυμένη μετά και τις δηλώσεις Μπαλτά εναντίον του – με τον ίδιο να προσβλέπει στην παρέμβαση της νέας υπουργού Πολιτισμού. «Η Λυδία Κονιόρδου έχει διευθύνει πολιτιστικούς οργανισμούς και ξέρει τα προβλήματα του χώρου από πρώτο χέρι, ξέρει τους ανθρώπους» λέει με νόημα.
Ωστόσο, παρότι τηρεί στάση αναμονής δεν σταματά να κάνει σχέδια. Μιλάει με ενθουσιασμό για την «τριγωνική σχέση ανάμεσα στη Μεγάλη και τη Μικρή Επίδαυρο με το Λύκειο Επιδαύρου» που θέλει να δημιουργήσει, την επικείμενη συνεργασία με τα ΔΗΠΕΘΕ και τη «διαστρέβλωση» που πρέπει να πάψει ότι το Ελληνικό Φεστιβάλ υποκαθιστά τις επιχορηγήσεις. «Αφήστε που πολλοί καλλιτέχνες καταθέτουν προτάσεις πιστεύοντας ότι όποιο ποσό κι αν ζητήσουν για μια παράσταση θα το πάρουν. Όμως, από φέτος, οι καλλιτέχνες πρέπει να ψάχνουν για χορηγούς, για συμπαραγωγούς αλλιώς θα μείνουμε κλεισμένοι στο χρυσό κλουβί μας» εξηγεί. Όλα αυτά φυσικά, αν παραμείνει επικεφαλής της διοργάνωσης.

Τι εισπράξατε γενικότερα από αυτό το ταξίδι;
Οι άνθρωποι του πολιτισμού στη Γαλλία αγαπούν πολύ την Ελλάδα. Ξέρουν πολύ καλά για τις περιπέτειες του Φεστιβάλ Αθηνών, αφού εξάλλου είναι ένας χώρος στον οποίο θέλουν να εμφανίζονται. Και μην ξεχνάμε ότι το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου έχει το προνόμιο να διαθέτει τρία πανέμορφα θέατρα, με τεράστια αίγλη, την Επίδαυρο, τη μικρή Επίδαυρο και το Ηρώδειο, όπου οι περισσότεροι ονειρεύονται να παίξουν. Επιπλέον, είμαστε στο κέντρο της προσοχής χάρη και στη δουλειά και το έργο του Γιώργου Λούκου κατά την προηγούμενη δεκαετία. Ο Λούκος, ιδιαίτερα στην Πειραιώς 260, αναβάθμισε τις σύγχρονες τέχνες, συνέδεσε το ελληνικό θέατρο με το ευρωπαϊκό, έκανε την Αθήνα πιάτσα για τους ξένους καλλιτέχνες. Να προσθέσω δε πως τους άρεσε πολύ η ιδέα για το Λύκειο της Επιδαύρου κι αυτό είναι βάρος στους ώμους μου, παρότι χρήσιμο. Μακάρι να δικαιώσουμε τις προσδοκίες τους.

Τι στάση τήρησαν απέναντι σ’ εσάς προσωπικά;
Ομολογώ πως τους έχει εντυπωσιάσει που ένας Έλληνας σκηνοθέτης ολοκλήρωσε τον προγραμματισμό του Φεστιβάλ μέσα σε τέσσερις εβδομάδες και μάλιστα μ’ ένα καλό ρεπερτόριο. Ένας από τους πιο σημαντικούς διευθυντές φεστιβάλ στη Γαλλία μου είπε χαριτολογώντας πως «χαλάω την πιάτσα».

Ποιό είναι το στοίχημα για το φετινό φεστιβαλικό καλοκαίρι;
Δεν βάζω στοιχήματα ποτέ στη ζωή μου. Δουλεύοντας το προηγούμενο καλοκαίρι για το φεστιβάλ φόρεσα κάτι πολύ ωραίες παρωπίδες – τις οποίες φαίνεται ότι κουβαλάω στο σώμα μου – λειτούργησα πολύ πειθαρχημένα και πολύ ήρεμα. Αντίθετα το φθινόπωρο, που ξεκίνησα να δουλεύω για το 2017, ενώ θεωρητικά είχα μπροστά μου εννέα μήνες, αγχώθηκα υπερβολικά. Μέχρι που έκοψα και την καθημερινή συνήθεια του κολυμβητηρίου. Φταίει φυσικά που χάσαμε και πολύτιμο χρόνο με τα εσωτερικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν, αλλά πιστεύω ότι θα ξεπεραστούν.

Έχει αλλάξει κάτι στη σχέση σας με το ΔΣ;
Δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα προς το καλύτερο.

Τότε στηρίζετε τις ελπίδες σας στην ανάληψη καθηκόντων από την κ. Κονιόρδου; Μιλήσατε με τη νέα υπουργό;
Ναι, έχουμε μιλήσει. Η Λυδία Κονιόρδου γνωρίζει τη φύση των προβλημάτων που εξέθεσα δημοσίως, γιατί και η ίδια έχει μεγάλη εμπειρία από δημόσιους οργανισμούς. Δεν είναι εύκολη ιστορία τα διοικητικά συμβούλια.

Επομένως περιμένετε από την υπουργό να δώσει τη λύση;
Ναι, αυτή είναι η καθ’ ύλην αρμόδια.

Ποιά θα ήταν η λύση κατά τη γνώμη σας;
Δεν την ξέρω. Η υπουργός θα κρίνει και θα αποφασίσει. Εγώ της έχω δώσει το χρόνο που χρειάζεται. Κι ούτε εγώ, ούτε κανένας άλλος δεν μπορεί να της υποβάλει το σωστό ή το λάθος.

Στο μεταξύ, η παρέμβαση Μπαλτά μέσω συνέντευξης του στα «Νέα» τροφοδοτεί την κρίση στο Φεστιβάλ. Πώς αντιδράτε σ’ αυτή την ευθεία επίθεση από τον πρώην υπουργό και μάλιστα τον άνθρωπο που σας διόρισε;
Θα επιθυμούσα μια άλλη γλώσσα από έναν καθηγητή και ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς.

Τα περί της αμοιβής σας και των συνεργατών σας ισχύουν ή τα διαψεύδετε;
Απολύτως δεν ισχύουν. Υπάρχουν και συμβόλαια για να επιβεβαιωθούν όλα αυτά. Είναι κουκιά μετρημένα. Η ομάδα μου μέχρι στιγμής είναι τετραμελής. Αν θέλουν να αυξήσουν τον αριθμό της ομάδας μου, μπορούν να βάλουν κι όλο το προσωπικό. ΄Ετσι κι αλλιώς όλοι δουλεύουν για το καλλιτεχνικό έργο.

Δεν νομίζετε πως όλα αυτά κάνουν μεγάλο κακό στο ήδη λαβωμένο κύρος του Φεστιβάλ;
Χωρίς αμφιβολία. Αναρωτιέμαι, δε σκέφτονται άραγε ότι οδηγούν το φεστιβάλ στα βράχια τρίτη φορά μέσα σ’ ένα χρόνο; Δεν υπάρχει λογική• από τη μια ν’ αναγνωρίζουν ότι «έσωσα» το φεστιβάλ στο παρά πέντε, ο κ. Μπαλτάς έχει πει σε συνεντεύξεις του ότι έχω κάνει πολύ καλή δουλειά, και από την άλλη, ο ίδιος και κάποια μέλη του ΔΣ μου επιτίθενται τις τελευταίες μέρες επιστρατεύοντας τόσα ψεύδη, επειδή τόλμησα να κάνω κριτική στη λειτουργία του ΔΣ.

Από την μια εξηγείτε πως είστε σε οριακή κατάσταση στο Φεστιβάλ και την ίδια ώρα προγραμματίζετε με τριετή ορίζοντα τις δραστηριότητες του. Δεν είναι κάπως αντιφατικό;
Προγραμματίζω όχι γιατί θα μείνω στη διεύθυνση του Φεστιβάλ σώνει και καλά, αλλά γιατί όσο παραμένω, αυτή είναι η δουλειά μου. Και το σημαντικότερο, ν’ αφήσω στον επόμενο μια έτοιμη δουλειά για να την κρατήσει, να την τροποποιήσει, ακόμα και να την πετάξει. Αλλά τουλάχιστον να έχει κάτι στα χέρια του, να παραδώσω τη σκυτάλη.

Ωστόσο, θέλετε να ολοκληρώσετε τη θητεία σας;
Ναι θέλω. Τουλάχιστον θα ήθελα να ολοκληρώσω τον προγραμματισμό μιας κανονικής, πρώτης χρονιάς. Εκτός κι αν δεν μου δοθεί η ελευθερία να το κάνω. Είναι κάποια πράγματα που τα αντιμετωπίζω ως σκηνοθέτης-ποτέ δεν έχω εγκαταλείψει μια σκηνοθεσία στη μέση. Όμως δεν είμαι διατεθειμένος να θυσιάσω την ελευθερία μου αν δεν χαίρομαι αυτό που κάνω.

Θέλετε να ολοκληρώσετε τη θητεία σας αλλά όχι με οποιοδήποτε κόστος.
Ακριβώς, με όρους επαγγελματικούς και με ψυχική ηρεμία. Κοντεύουμε να ξεχάσουμε γιατί είμαστε εδώ και ποιος είναι ο σκοπός μας στο φεστιβάλ. Την περασμένη βδομάδα, που ήμουν στο Παρίσι, συνάντησα ανθρώπους, καλλιτέχνες, συναδέλφους σε μεγάλους καλλιτεχνικούς οργανισμούς και είδα τι σημαίνει επαγγελματισμός, αγάπη στη δουλειά, σεβασμός των συνεργατών. Εν μέσω κρίσης, αυτό το ταξίδι μου έκανε πολύ καλό. Επέστρεψα διπλά αποφασισμένος.

Εκτιμάτε πως στην εξομάλυνση των σχέσεων με το ΔΣ θα βοηθούσε η ύπαρξη ενός Γενικού Διευθυντή στο Φεστιβάλ;
Παίζει μεγάλο ρόλο ο Γενικός Διευθυντής• είναι ο ενδιάμεσος ανάμεσα στο ΔΣ, τον καλλιτεχνικό διευθυντή και τους εργαζόμενους. Ένας Γενικός Διευθυντής, που ξέρει τη δουλειά του κι έχει εμπειρία από καλλιτεχνικούς οργανισμούς, μπορεί να φέρει μια ισορροπία ανάμεσα στα καλλιτεχνικά οράματα και την πραγματικότητα, την εφαρμογή τους δηλαδή. Αυτό είναι γενικό, δεν έχει να κάνει με εξομάλυνση σχέσεων με το παρόν συμβούλιο – ή για να είμαι δίκαιος – με κάποια από τα βασικά μέλη του.

Ένας Γενικός Διευθυντής που θα προκύψει με διαγωνισμό;
Φυσικά! Είμαι της άποψης ότι οι καλλιτεχνικοί διευθυντές των πολιτιστικών οργανισμών πρέπει να αναδεικνύονται μέσα από διαγωνισμούς. Και με δεδομένη την εμπειρία μου, για πρώτη φορά σε δημόσιο οργανισμό, θεωρώ πως κάποια αντικειμενική διαδικασία θα πρέπει να υπάρχει και για την επιλογή των μελών των διοικητικών συμβουλίων. Έχω ζηλέψει πάντως, στο εξωτερικό, ακόμα και στην Τουρκία προ 15ετίας, καλλιτεχνικούς διευθυντές κρατικών οργανισμών που με τη στάση και το έργο τους κάνουν κριτική στην κυβέρνηση που τους διόρισε, και κανένας, ούτε πρωθυπουργός ούτε υπουργός, δεν διανοείται να τους βγάλει από τη θέση τους. Ο διευθυντής του φεστιβάλ που είχαμε παίξει τότε στην Τουρκία ήταν Τροτσκιστής. Ας μην πω το όνομά του – δεν ξέρω πού μπορεί να βρίσκεται σήμερα με όλα όσα συμβαίνουν εκεί. Στην Ελλάδα, δημοσιογράφοι συχνά ρωτούν ή σχολιάζουν την πολιτική ταυτότητα ενός καλλιτέχνη, ιδιαίτερα αν είναι Αριστερός. Σε τι χρησιμεύει αυτό;

Υπό αυτή την έννοια θα θέλατε να είστε ο τελευταίος καλλιτεχνικός διευθυντής που πήρε τη θέση μέσω υπουργικής απόφασης;
Μακάρι.

Αν υποθέσουμε ότι λήγει κανονικά η θητεία σας σε τρία χρόνια θα θέτατε ξανά υποψηφιότητα για την καλλιτεχνική διεύθυνση καταθέτοντας κανονικά ένα φάκελο σε διαγωνισμό;
Είναι αδύνατο, στην κατάσταση που βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή, που πρέπει να κριθεί αν θα συνεχίσω ή όχι, να κάνω σκέψεις για το μέλλον.

Λέτε λοιπόν, ότι με οποιαδήποτε κυβέρνηση θα μπορούσατε να πάρετε τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή;
Βεβαίως κι έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα για τον καθένα.

Άρα δεν ταυτίζεστε με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ;
Γιατί να ταυτιστώ; Είναι άσχετο με τη δουλειά που κάνω. Ανήκω στην Αριστερά, αυτός είναι ο ιδεολογικός μου χώρος μια ζωή, αλλά δεν είμαι κομματικό μέλος. Εξάλλου βγήκα ήδη και μίλησα δημοσίως για τα πράγματα του φεστιβάλ. Αυτό σημαίνει ότι υπεράσπισα τις αξίες και τις απόψεις μου, κι έχοντας στο μυαλό μου είτε είμαι εγώ αύριο είτε όχι, ότι το Φεστιβάλ ανήκει στους καλλιτέχνες και στον κόσμο.

Η απόφαση σας να μιλήσετε ανοιχτά για τα εσωτερικά προβλήματα του ΕΦ αντιμετωπίστηκε ποικιλοτρόπως. Θεωρείτε πως αφορούν τα εσωτερικά του Φεστιβάλ το μέσο πολίτη;
Όσα είπα αφορούν τον φιλότεχνο πολίτη και την καλλιτεχνική κοινότητα. Προφανώς και δεν ασχολείται όλη η Ελλάδα με το δράμα του Θεοδωρόπουλου.

Αναθεωρήσατε τον τόνο με τον οποίο διατυπώσατε κάποια πράγματα;
Προφανώς και κάποια πράγματα θα μπορούσα να τα είχα λειάνει. Αλλά είμαι σε ένταση όλο αυτό τον καιρό και φυσικό είναι κάποιες στιγμές να ξεφύγω…

Σας έχει ωριμάσει κάπως αυτή η περιπέτεια;
Ο χρόνος του φεστιβάλ ήταν πάρα πολύ πυκνός. Έχω μάθει πολλά πράγματα και για τους μηχανισμούς και για τους ανθρώπους. Ξέρετε, 20 χρόνια δουλεύω στο Θέατρο του Νέου Κόσμου με τελείως άλλες συνθήκες και σχέσεις.

Γι’ αυτό και γυρίζετε εκεί με ευκολία;
Αυτό είναι το σπίτι μου κι εκεί θα επιστρέψω όταν έρθει η ώρα. Δεν το εγκαταλείπω, γι’ αυτό κι έκανα φέτος τη «Λαμπεντούζα». Σ’ αυτό το θέατρο ξεκίνησα να μοιράζομαι τα πράγματα, να συνυπάρχω με νέους ανθρώπους – κάτι που θέλω να ισχύει και στο Φεστιβάλ.

Η «Λαμπεντούζα» είναι μια παραγωγική στιγμή στις σκηνοθεσίες σας;
Η απλότητα που χαρακτηρίζει αυτό το έργο είναι ένας δρόμος που ψάχνω μέσα στο χρόνο και με ενδιαφέρει πολύ. Πάντοτε θεωρώ τον συγγραφέα πιο έξυπνο από μένα και γι’ αυτό προσπαθώ να μπω μέσα στον κόσμο του. Με ενδιαφέρει πολύ το αφηγηματικό θέατρο, η χρήση του λόγου. Επιπλέον, η «Λαμπεντούζα» έχει μια πολύ μεγάλη αφαίρεση που πάντα την επιδίωκα και νομίζω είναι μια καλή στιγμή σ’ αυτό το πεδίο που ψάχνομαι τόσα χρόνια.

Και η θεματική της είναι μια σταθερά στην πορεία σας. Έχετε σκεφτεί, ψυχαναλυτικά ίσως, γιατί το μεταναστευτικό σας απασχολεί τόσο σταθερά; Το καλοκαίρι αυτή θα είναι και η θεματική της Επιδαύρου…
Με αφορά πάρα πολύ – και όχι μόνο γιατί προέρχομαι από οικογένεια προσφύγων. Μου δίνει ζωή ότι αυτοί οι κατατρεγμένοι άνθρωποι έχουν πολύ μεγάλη ελπίδα• φεύγουν από τις πατρίδες τους, από εμπόλεμες περιοχές, από χώρες όπου, πέρα από τη φτώχεια, υπάρχουν κάθε λογής διακρίσεις, πολιτικές, θρησκευτικές, σεξουαλικού προσανατολισμού, είτε γιατί απλώς είσαι γυναίκα. Φεύγουν με την ελπίδα να ξεφύγουν από το θάνατο και να ξαναρχίσουν τη ζωή τους από την αρχή. Φανταστείτε τι ενέργεια χρειάζεται αυτό το πράγμα. Εμείς, πολλές φορές χαμένοι στην καθημερινότητα και τα προβλήματά μας, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τον πρόσφυγα, τον Άλλο. Ο πρόσφυγας όμως έχει περάσει μια θάλασσα, έχει επιζήσει και γι’ αυτό χαμογελάει. Παρότι το χαμόγελο του κρύβει πολύ πόνο. Χαμογελάει που ζει, που βρήκε μια δουλειά, που ερωτεύεται. Αυτά τα πρόσωπα μας ξαναθυμίζουν λοιπόν πως όλοι είμαστε άνθρωποι, φτιαγμένοι από το ίδιο υλικό.

 

Πηγή:Tospirto