Home Συνεντεύξεις Συνέντευξη του Σπύρου Παπαδόπουλου

Συνέντευξη του Σπύρου Παπαδόπουλου

0

«Δυστυχώς, το μόνο που ξέρει να κάνει καλά η Αριστερά είναι να διασπάται».

Τα καφέ στην πλατεία Κολωνακίου είναι, σχεδόν, γεμάτα. Έχει ζέστη και κόσμο να παρελαύνει ανάμεσα στα τραπέζια με ψώνια στα χέρια. Στην αντίστροφη μέτρηση για την Πρωτοχρονιά. Ο σερβιτόρος που φέρνει νερό για το καλωσόρισμα έχει ενημερωθεί από την συνάδελφο του πως περιμένω τον Σπύρο Παπαδόπουλο. «Α, τον Σπύρο! Δεν έχει έρθει ακόμα» επαναλαμβάνει. Κατάκτηση να σε αποκαλούν άγνωστοι με το μικρό σου όνομα, σκέφτομαι. Το είχε προβλέψει ο Νίκος Ξανθόπουλος όταν έπαιξαν κάποια στιγμή μαζί στο θέατρο. «Μετά την Αλίκη κι εμένα θα είσαι ο τρίτος που θα φωνάζουν με το μικρό σου όνομα» του είχε πει. Αφού πια κάθεται στο τραπέζι, θα ομολογήσει πως «δεν το παίρνω και πολύ στα σοβαρά. Η αγάπη του κόσμου είναι μια ενέργεια που σου δίνει δύναμη για να πας παρακάτω. Δεν πρέπει να στηρίζεσαι όμως στο αίσθημα του άλλου. Προφανώς κι έχεις κάτι οικείο που σε φέρνει κοντά του αλλά είναι μια σχέση ωφελιμιστική. Ομως, πολλοί καλλιτέχνες κάνουν το λάθος να νομίζουν ότι το κοινό χάνει τον ύπνο του για πάρτη του».
Ο Σπύρος Παπαδόπουλος δεν τράφηκε με ζωτικά ψεύδη και το αιτιολογεί. «Μεγάλωσα σε μια εποχή και μια γειτονιά του Πειραιά, την Παλιά Κοκκινιά όπου ο πλουσιότερος δεν είχε να φάει. Αν μιλούσες για την επόμενη εβδομάδα ήσουν οραματιστής κι ονειροπόλος». Και παρότι πολλά άλλαξαν στη ζωή του έκτοτε, είναι μια συνήθεια που δεν αποχωρίστηκε ποτέ. «Εγώ είμαι άνθρωπος του ενεστώτα χρόνου» λέει. Περίεργο δε, που τα τελευταία χρόνια ανέλαβε την ευθύνη του παραγωγού και του θιασάρχη οι οποίες και χρήμα απαιτούν και όνειρο. «Δεν είμαι καθόλου καλός σε αυτά, γι’ αυτό και με βοηθούν κάποιοι άνθρωποι. Το οικονομικό βάρος με λυγίζει κι έχω σκεφτεί πολλές φορές να αφήσω το θέατρο γιατί φαντάζομαι πως προτάσεις θα έχω, δουλειά θα βρω. Σταματάω όμως, όταν σκέφτομαι ότι τόσα χρόνια έχει χτιστεί μια κατάσταση, είναι καμιά εικοσαριά άνθρωποι που δουλεύουν μαζί μου – οικογένεια μου είναι πια – και μου είναι αδύνατον να τους πω “παιδιά σας χαιρετώ”».
Αντ’ αυτού, τονώνει και άλλες εκλεκτικές του συγγένειες. Εκτός από το «Κάππα» και το «Μου λες αλήθεια;» (όπου πρωταγωνιστεί και σκηνοθετεί) εμφανίζεται και με τους «Άγαμους Θύτες» στην «Άνοδο» αφού τα κείμενα γράφει η φίλη του, η «Δημητρούλα» (Παπαδοπούλου).

Τελικά, κάνετε κωμωδία, παντού.
Έχω μια ροπή στην κωμωδία κι από την άλλη με προκαλεί επειδή είναι δύσκολο είδος. Με ιντριγκάρει να νιώθω ότι κάνω κάτι που δεν μπορεί ο καθένας να κάνει. Με βοηθάει που θέτω πολλά μικρά στοιχήματα πάνω στη σκηνή και η ανταπόκριση σε αυτά είναι άμεση. Και γι’ αυτό δεν κουράζομαι και δεν βαριέμαι ποτέ.

Θα θέλατε όμως θα απομακρυνθείτε από την κωμωδία;
Ναι, δεν θα έλεγα όχι. Υπάρχουν έργα του Τσέχοφ που μου αρέσουν πολύ. Δυστυχώς δεν είμαι από τους ανθρώπους που διαμορφώνουν συνθήκες. Διαχειρίζομαι την πραγματικότητα όπως προκύπτει. Έχοντας λοιπόν ξεκινήσει εδώ και χρόνια τις δικές μου παραγωγές – ώστε να μην έχω κανέναν πάνω από το κεφάλι μου – δεν μπορώ να κάνω πολλά. Δεν μπορώ να κάνω έργα που απαιτούν ένα Εθνικό ή ένα μεγάλο θέατρο. Προφανώς δεν ισχυρίζομαι πως θα είμαι δυστυχισμένος χωρίς αυτά – όχι. Χαίρομαι για όσα κάνω τώρα, αν και δεν πιστεύω ότι θα γράψω ιστορία στο ελληνικό θέατρο.

Που σημαίνει ότι δεν θέλετε να γράψετε ιστορία;
Ποτέ δεν με ενδιέφερε. Θα σας πω τι με ενδιαφέρει. Πρόσφατα έκανα μια παράσταση αργά το βράδυ για συναδέλφους και τα «μπράβο» που άκουσα έκαναν τόσο γδούπο μέσα μου ώστε αυτό μου φτάνει και μου περισσεύει. Υπήρξε, για παράδειγμα, συνάδελφος που μου είπε ότι ο τρόπος που προσεγγίζω την κωμωδία θα έπρεπε να διδάσκεται σε σχολές. Πάντως, για να σας απαντήσω, ευχαρίστως θα δοκίμαζα πράγματα αν μου προτείνονταν από ένα κρατικό θέατρο αλλά στη δεδομένη φάση-εφόσον κι ο κόσμος περιμένει από μένα κωμωδία – μένω εκεί.

Αλήθεια, γιατί δεν είστε ένα από τα πρόσωπα του Εθνικού θεάτρου;
Αυτό δεν το ξέρω. Καταρχάς είναι θέμα του οργανισμού, και κατά δεύτερον το Εθνικό έχει τις παθογένειες του. Με τους ανθρώπους που είναι τώρα στο Εθνικό δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να βρω άκρη. Είμαι άνθρωπος της ουσίας και της πράξης κι όταν ακούω όλα αυτά τα περί διαγραμμάτων, τα φλου αρτιστίκ – ακριβώς για να μην μπορούμε να συνεννοηθούμε – τρελαίνομαι. Δεν θίγω δυνατότητες, θίγω προθέσεις. Γιατί υπάρχουν καλλιτέχνες που μιλούν όπως σκηνοθετούν ή παίζουν. Ίσως βέβαια αυτά να σχετίζονται μεταξύ τους αφού μουτζουρώνεις ένα πράγμα πιθανώς γιατί δεν μπορείς να το καθαρογράψεις.

Εκφράζετε μια πικρία που δεν είστε στο Εθνικό ή κάνω λάθος;
Είναι τιμή για τον κάθε συνειδητό και ενσυνείδητο ηθοποιό να είναι στο Εθνικό. Αν γίνει κάτω από συνθήκες που με εκφράζουν θα ήθελα πολύ να παίξω εκεί. Όμως, ξεκαθαρίζω πως έχω ανάγκη από ανθρώπους να συνομιλήσω κι όχι να συνεργαστώ. Είναι πολλά που δεν μου αρέσουν στο Εθνικό και νομίζω ότι απόσταση από μένα είναι οφθαλμοφανής.

Είστε εύκολος στο να σκηνοθετηθείτε από άλλον;
Όχι. Είμαι εύκολος να σκηνοθετηθώ από κάποιον που αγαπάει τους ηθοποιούς του. Υπάρχουν σκηνοθέτες που φροντίζουν ώστε ο κόσμος να συζητάει τους καλούς ηθοποιούς της παράστασης του. Συνήθως όμως συμβαίνει το αντίθετο, ο σκηνοθέτης παίρνει την παράσταση πάνω του. Στη δεύτερη περίπτωση λοιπόν έχω δύο επιλογές: Ή φεύγουν εκείνοι ή φεύγω εγώ. Με ενδιαφέρει ο σκηνοθέτης που σκηνοθετεί… ηθοποιίστικα. Δεν θα γίνω ποτέ το μέσον για να αποκτήσει ταυτότητα ένας σκηνοθέτης.

Και η ταυτότητα σας ως ηθοποιός;
Πιτσιρικάς δούλευα στα θερινά του Πειραιά. Έβλεπα όλες τις παλιές ελληνικές ταινίες, Ατύπως λοιπόν, είναι δάσκαλοι μου όλοι αυτοί οι άνθρωποι. Και η προσέγγιση τους στο ρόλο ήταν από το δρόμο της αλήθειας. Νομίζω πως αυτό μου πέρασε και πάντα προσέγγιζα την αλήθεια. Αντιμετώπιζα τους ήρωες μου ως πάσχοντα πρόσωπα. Όμως δεν θέλω να πιστέψω ποτέ ότι έχω καταφέρει κάτι – γιατί τότε θα έχω πραγματικά παλιώσει.

Έχετε αλλάξει μέσα στο θέατρο;
Είμαι αυτός ακριβώς που ήμουν. Στάθηκα τυχερός που είχα αυτό το χαρακτήρα, κάτι που με βοήθησε και στη δουλειά. Θα σας πω το εξής: Στο σχολείο ήμουν καλλιγράφος. Όταν λοιπόν, ένας καθηγητής έψαχνε να βρει έναν καλλιγράφο δεν σήκωσα ποτέ το χέρι μου κι έτσι το ανακάλυψε πολύ αργότερα. Ήμουν πάντα έτσι• δεν σήκωνα το χέρι μου κι έκανα τη δουλειά μου.

Συναντήσατε δυσκολίες;
Όχι. Κυριολεκτικά ο δρόμος μου ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Από εκεί και πέρα, δεν με ενοχλούσε που δεν έβγαζα αρκετά χρήματα – γιατί ποτέ δεν με απασχόλησαν τα χρήματα. Έτσι, το πρωί δούλευα οικοδομή και το βράδυ έπαιζα με το Λευτέρη Βογιατζή. Δεν θα μπορούσα να διαμορφωθώ από τις δυσκολίες γιατί δεν τις βλέπω.

Τι σημαίνει αυτό;
Ότι πρέπει να ασχοληθείς με τη δυσκολία για να μεγαλώσει μέσα σου. Στη δουλειά ήμουν πάντα ένας ευτυχισμένος άνθρωπος. Δυσκολίες ζωής φυσικά και συνάντησα. Και τα βαριά πράγματα αφήνουν βαριά σκιά. Εμένα πάντως δεν με άλλαξαν ουσιαστικά – παρότι έχω περάσει πολύ δύσκολα, έχω χάσει ανθρώπους, είχα περιπέτειες υγείας. Βλέπετε, πιστεύω ότι ο φόβος και η ελπίδα πάνε μαζί. Αν ελπίζεις σε πράγματα, τότε κάποια άλλα τα φοβάσαι. Εγώ είμαι άνθρωπος του ενεστώτα χρόνου. Δεν κάνω σχέδια, οπότε δεν έχω πολλά να φοβάμαι.

«Με τόσα ψέματα που ντύθηκαν οι λέξεις», χρειάζεται προσπάθεια για να είναι κανείς αληθινός;
Το ψεύδος πάντα βασίλευε εις βάρος της αλήθειας, δεν είναι σύμπτωμα της εποχής δηλαδή. Εδώ και πολλά χρόνια ερμηνεύω τα πράγματα ανθρωπολογικά κι όχι στενά κοινωνικά ή πολιτικά. Ασφαλώς παρακολουθώ την κατάσταση και στενοχωριέμαι – όπως όλοι μας – αλλά ανθρωπολογικά το ψέμα έχει να κάνει πιο πολύ με τη ζωή παρά η αλήθεια. Γιατί έτσι είμαστε οι άνθρωποι. Κι όσο μεγαλώνω τόσο περισσότερο συνειδητοποιώ ότι είμαστε ένα ατελέστατο είδος με ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων που είναι αλλιώτικοι και χάρη σε αυτούς ο πλανήτης παραμένει στη θέση του.

Τότε, τι παραμένει αυθεντικό;
Ο πόνος. Η χαρά. Ο έρωτας. Τα μεγάλα συναισθήματα, δύο- τρία πράγματα που δεν αλλοιώνονται στο χρόνο, είναι οι σταθερές μας. Ωστόσο δεν φτάνουν αυτά για να ζουν αληθινά οι άνθρωποι. Ειδικά όταν η απληστία είναι που κινεί τον κόσμο. Οπότε τι κάνεις; Διαλέγεις όσους περισσότερους ανθρώπους θέλεις και μπορείς για να συνομιλείς και κάνεις μικρές συνωμοσίες για να περάσει αυτή η ζωή και να επηρεάσεις κι άλλους ανθρώπους. Να τους επηρεάζεις όμως όχι κρατώντας σημαίες ή κραυγάζοντας αλλά ως παράδειγμα προς μίμηση.

Κοιτάζετε στραβά εκείνον που σήμερα δηλώνει πολιτικοποιημένος;
Αν είναι στρατευμένος, ναι. Έχω κι ένα πρόσφατο παράδειγμα ανθρώπου που μέχρι πρότινος ψήφιζε Νέα Δημοκρατία. Εν μια νυκτί, έγινε οπαδός του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αν τολμούσες να πεις κάτι εναντίον του σε αποκαλούσε Χουντικό.

Επικίνδυνο ως «είδος» πολιτικοποίησης.
Ναι. Μου φαίνεται πιο υγιής αντίδραση (που δεν είναι) αν κάποιος αποφασίσει να διαφυλάξει κάτι ώστε να κερδίσει κάτι άλλο στη συνέχεια. Όμως, δεν μπορώ να εξηγήσω αυτή την συμπεριφορά του Ελληνα: Το ότι από τη στιγμή που ψηφίζει κάποιον εκείνος μεταμορφώνεται στον καλύτερο – όχι γιατί είναι αλλά γιατί ο ίδιος το έχει αποφασίσει.

Θρηνήσατε την ήττα της Αριστεράς;
Ήταν προδιαγεγραμμένη. Ήξερα απολύτως τι θα συμβεί. Δυστυχώς, το μόνο που ξέρει να κάνει καλά η Αριστερά είναι να διασπάται. Δεν έχουμε τόσο συνειδητούς πολίτες που θα δουλέψουν για το καλό του τόπου.

Θυμάστε τον εαυτό σας να υποστηρίζει με πάθος πολιτικά οράματα;
Φυσικά, αλλά έχουν περάσει πολλά χρόνια. Η γενιά μου έζησε μια περίοδο όπου θεωρούσαμε ότι η επανάσταση ήταν θέμα ημερών. Περιέργως, σε αυτό που ονομάζαμε επανάσταση δεν συμπεριλαμβανόταν το κάψιμο αυτοκινήτων, η καταστροφή καταστημάτων, ούτε καν το ξύλο με τους μπάτσους. Άλλα πράγματα είχαμε στο μυαλό μας τότε. Έχει σκληρύνει η εποχή μας-χωρίς να ισχυρίζομαι ότι ξαφνικά γεννήθηκαν σκληρά παιδιά. Η κοινωνία το πάει εκεί, και θα το πληρώσει.

Τι συνιστά επανάσταση σήμερα;
Δεν νομίζω κανείς να πιστεύει ότι αν κατέβουμε με καρυοφύλλια στους δρόμους θα αλλάξει κάτι. Επανάσταση όμως, θα ήταν να βρεθεί ένας φωτισμένος άνθρωπος, ένας Γκάντι της εποχής για να κάνουμε reset στη σχέση μας με τα υλικά αγαθά. Η απληστία, ο απομονωτισμός και το Εγώ που προτάξαμε οι άνθρωποι στις, δυτικού τύπου, δημοκρατίες είναι αποτέλεσμα της ευμάρειας. Φοβάμαι πως όλα αυτά γίνονται γιατί έχουν περάσει πολλά χρόνια ειρήνης και έχει αναπροσανατολιστεί ο άνθρωπος από τα βασικά. Η Ιστορία έχει δείξει ότι όσο αγωνίζεσαι και παλεύεις για κάτι μένεις ενεργός, διψασμένος, αναζητάς ιδανικά. Αυτή η δυτική κατάσταση που περιλαμβάνει το σπιτάκι μου, το αυτοκινητάκι μου, την οικογενειούλα μου έχει κάνει τον άνθρωπο μαλθακό, τον έχει μικρύνει, τον έχει στεγνώσει.

Αλλάζει αυτό;
Αν καταλάβουμε ποιοι είμαστε, αν κάποιος το «ξυπνήσει» μέσα μας. Τις προάλλες είχα πάει στον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και ο κόσμος ξαφνικά σηκώθηκε όρθιος, ζητώντας να παίξει τραγούδια του Μίκη (Θεοδωράκη). Αυτό είχα να το δω από τη Χούντα. Θέλω να πω ότι υπάρχει η σπίθα του συλλογικού, αλλά τη σβήνουν τα καθημερινά όπλα που θέτει σε λειτουργία ο καπιταλισμός.

Από την άλλη, ένας Γκάντι δεν θα ήταν ξένο σώμα στη σημερινή κοινωνία;
Ναι. Όμως, ο κόσμος θέλει να πιστέψει σε μια αλλαγή – κι αυτό το διαπιστώσαμε όταν το 4% του ΣΥΡΙΖΑ έγινε 40%. Εφόσον λοιπόν, είμαστε διατεθειμένοι να παραμυθιαστούμε, τουλάχιστον ας βρεθεί μια προσωπικότητα να χτυπηθεί με τα πράγματα. Γιατί σε συλλογικό επίπεδο δεν περιμένω τίποτα. Τι να περιμένεις όταν κάποτε η ανθρωπότητα μάτωνε για το συνδικαλιστικό κίνημα και τώρα ο συνδικαλισμός όπως ασκείται (μετά το ΠΑΣΟΚ) έχει γίνει μια από τις μεγαλύτερες πληγές της ελληνικής κοινωνίας;

Είχατε ποτέ συμφέρουσες προτάσεις για να συμφιλιωθείτε με τα της εξουσίας;
Εννοείται – και πέρα από τις προτάσεις για να πολιτευτώ. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως μου είχαν κάνει πρόταση να παρουσιάσω τις κεντρικές εκδηλώσεις για τον εθελοντισμό στο 2004. Κι εφόσον αφορούσε στον εθελοντισμό θεωρούσα ότι θα είναι δωρεάν εργασία. Με παίρνει λοιπόν ένας εκπρόσωπος εταιρίας παραγωγής για να γυρίσουμε το σποτ. Με ρωτάει «πόσα θέλεις;» και μου αποκαλύπτει ένα πολύ μεγάλο ποσό. Ζητώ να μάθω το λόγο κι εκείνος αρχίζει να ανεβάζει την αμοιβή μου, νομίζοντας ότι είμαι δυσαρεστημένος με τα λεφτά. Οταν με τα πολλά αρνούμαι, μου λέει «δηλαδή, ρε Σπύρο μας κάνεις τον πλούσιο;». Ε, τότε ξύπνησε ο Πειραιάς μέσα μου. Θυμάμαι ήμουν στο Λευκό Πύργο, στην παραλία της Θεσσαλονίκης και μιλούσα με τόση ένταση που μαζεύτηκε κόσμος γύρω μου… Τέτοια περιστατικά μου έχουν συμβεί κι άλλες φορές αλλά συνειδητά δεν έχω ακουμπήσει πενηνταράκι από το δημόσιο χρήμα. Δεν έχω πάρει ποτέ ταμείο ανεργίας, ακόμα και σε φάσεις που το χρειαζόμουν.

Η αμφισβήτηση είναι πιο σημαντικό για έναν καλλιτέχνη;
Ο πραγματικός καλλιτέχνης είναι αμφισβητίας με την έννοια ότι έχει τεθλασμένη ματιά στην πραγματικότητα. Αμφισβητεί τις αλήθειες που του πακετάρουν οι άλλοι ως σωστό.

Πηγή:Tospirto